Για τον Βρούτο
Για τον Βρούτο: τον Βρούτο μας που έφυγε ένα βροχερό κυριακάτικο βράδυ ανάμεσα στις βροντές που τόσο τον τρόμαζαν. Είχε φροντίσει να καλέσει στο κατευόδιο του, σαν σε προσκλητήριο, όλη του την αγαπημένη οικογένεια. Περίμενε καρτερικά τον αρχηγό του κι όταν εκείνος, περασμένα μεσάνυχτα, επιτέλους γύρισε, ανασήκωσε το ανήμπορο κορμάκι του, κούνησε με απίστευτη ζωντάνια την ουρά του και κοιτάζοντας μας στα μάτια, έγειρε και έφυγε με την αξιοπρέπεια που φεύγουν όσοι αγάπησαν και αγαπήθηκαν πολύ.
Ο Βρουτάκος ή Μάρκος Αυρήλιος ή Ζουζουνέλι ή Βρουτινέξ μπήκε ξαφνικά στη ζωή μας ένα απομεσήμερο του 1989. Ακολούθησε το μερικών χιλιομέτρων δρομολόγιο μου σχολείο-σπίτι, παίρνοντας ουσιαστικά ξοπίσω τη μοίρα του. Και την δική μας. Αληθινός κούκλος, με κανελλί μαύρο τρίχωμα, λευκή κοιλίτσα και πατούσες, πλουμιστή ουρίτσα. Σκοτσέζικο κόλεί, από ιδιοσυγκρασία παιδί του δρόμου, μοιράστηκε μαζί μας, 13 υπέροχα χρόνια. Εγινε η τράπεζα των συναισθημάτων όλης της οικογένειας.Ότι καταθέταμε, το κωδικοποιούσε, το επεξεργαζόταν και μας το επέστρεφε πλουσιοπάροχα, με δικαιοσύνη, με ανθρώπινη σοφία.
Ήξερε να διορθώνει και να στρογγυλεύει ενσυναίσθητα τις εντάσεις, με εκείνο το χαμόγελο της συγκατάβασης, της επαναφοράς στην τάξη. Δεν ήταν προβολή των δικών μας σκέψεων ή των επιθυμιών μας η στάση του. Ο ίδιος, άλλωστε, μας δίδαξε τους κώδικες, με την επάρκεια ειδικού στον αυτοέλεγχο, την ευθύνη, την αγάπη, σαν μοναδική διέξοδο στη σχέση μεταξύ μας αλλά και με τους άλλους.
Αντίστοιχα φερόταν και στα ζωάκια και στους ανθρώπους της γειτονιάς. Σα να διάβαζε στα μάτια των ανήμπορων και αδύνατων παιδιών, ηλικιωμένων, προσφύγων, ημίαιμων αλλά και των ράτσας φίλων του, την ανάγκη για αγάπη και συμπόνοια και τους το'δειχνε με την διαβάθμιση του κουνήματος της ουράς του, με το πληθωρικό του χαμόγελο.
Η υποδοχή των γνωστών και φίλων της οικογένειας στο σπίτι, πάντα ανάλογη με τον βαθμό εκτίμησης που έτρεφαν οι δικοί του άνθρωποι για τους άλλους. Χωρίς υπερβολές, χωρίς καν γαβγίσματα. Πλήρης αποδοκιμασία μεταφραζόταν σε παντελή απουσία του κουνήματος της ουράς ή υπόνοιας χαμόγελου. Ερωτευμένος με τη ζωή, ανέραστος από συστολή και διακριτικότητα, χειριζόταν μεγαλόπρεπα τις απογοητεύσεις, όπως π.χ. τότε, στα καλλιστεία της Σχολής Μωραϊτη όπου μολονότι συμμετείχε με όλους τους κανόνες και φρεσκολουσμένος και πληρώνοντας εισιτήριο, δεν δικαιώθηκε με κάποιο βραβείο των δήθεν αυθεντικών. Κέρδισε όμως το κύπελλο της συμμετοχής, της καλοσύνης, του ήθους. Αυτό που επιθυμούσε δηλαδή. Και που το κατακτούσε καθημερινά από όλους. Χωρίς εξαίρεση. Και ήταν πολλοί αυτοί που τον αγάπησαν στις μυριάδες βόλτες των 5000 ημερών μιας ζωής, σίγουρα ευτυχισμένης για τον ίδιο αλλά και για αυτούς που γεύτηκαν και μοιράστηκαν μαζί του όλα όσα υποπτευόμαστε αλλά δεν θα μάθουμε ίσως ποτέ.
Τώρα κοιμάται ήρεμος στον Αγιο Φραγκίσκο. Συντροφιά με άλλα σκυλάκια. Η αποστολή του εξετελέσθη. Τώρα δεν φοβάται ούτε αστραπές, ούτε σεισμούς. Το μόνο που φοβάται είναι μην τον ξεχάσουμε. Πώς να ξεχάσεις όμως αυτά τα μάτια; Δεν έχει περάσει μια μέρα από τότε που έφυγε που να μην τον σκεφτούμε. Μας λείπει η παρουσία του στο σπίτι, οι φωνές του όταν μας μυριζόταν από το προηγούμενο τετράγωνο, η ανυπομονησία του όταν ανέβαινε το ασανσέρ, το πρωινό ξύπνημα με την κουνιστή ουρά για βεντάλια, το εκτόπισμα πάνω από το πάπλωμα στο κρεβάτι, το τρυφερό του άγγιγμα όταν ήθελε να παίξουμε, το ανέμελο πέσιμο του κεφαλιού του όταν μας χρησιμοποιούσε σαν μαξιλάρι για να αποκοιμηθεί. Καληνύχτα Βρουτάκι... Σου υποσχόμαστε ότι δεν θα ξαναδείς εφιάλτες. Σε ευχαριστούμε που μας δίδαξες να αγαπάμε αλλά και να αντέχουμε τον πόνο.
Υ.Γ. Αν δεν είχατε ποτέ σχέση με ζώα, συγχωρείστε μας. Αν νομίζετε ότι ο Βρούτος δεν μιλούσε, είστε τυχεροί. Θα είχατε μάθει πολλά. Πιστέψτε με, τίποτα στον κόσμο δεν αξίζει όσο το δάκρυ ενός σκύλου.