Στον φούρνο βρήκαν ήδη τρόπο. Δεν κόβουν απόδειξη και τελείωσε η ιστορία. Μάλλον δεν έκοβαν ποτέ. Γιατί όταν το ψωμί στοιχίζει 95 λεπτά, και ακόμη και η μπαγκέτα ή η μαργαρίτα αποτελεί είδος πολυτελείας, ποιος θέλει να δίνει επιπλέον 4 λεπτά για τη σακούλα;
Στο σούπερμαρκετ οι ταμίες έχουν μείνει έκπληκτες. Κανένα παράπονο, απλώς πρέπει να έχει κανείς μαθηματικό μυαλό για να μπορεί να απαντήσει τη στιγμή που έχει μόλις αδειάσει το καρότσι στον ιμάντα, για να υπολογίσει πόσες πλαστικές σακούλες θα χρειαστεί για να χωρέσουν όλα τα πράγματα.
Στο μπακάλικο της γειτονιάς φεύγεις αγκαλιά με μια χάρτινη σακούλα, στην οποία, συνυπάρχουν οι μπανάνες με τις σερβιέτες.
Νέες συνήθειες; Μακάρι. Να αρχίσουμε να κυκλοφορούμε όλοι με χάρτινες σακούλες, υπερμεγέθεις τσάντες που χωρούν τα πάντα, για να γεμίζουμε και να αδειάζουμε, να κουβαλάμε, να αντέχουμε, να προσέχουμε, να φροντίζουμε, το περιβάλλον, εμάς, την οικονομία, το τώρα, το μετά.
Το μέτρο με το κάπνισμα απέτυχε. Καπνίζουν όλοι, παντού, φυσούν πάνω σου τον καπνό. Αν δεν γίνει κάτι δραστικό, οι άκαπνοι θα συνεχίσουμε να ξεφυσάμε. Οι λίγοι. Και να εισπνέουμε νικοτίνη, ό,τι καπνίζει, ό,τι ατμίζει.
Με το πλαστικό, υπάρχει ελπίδα. Τουλάχιστον θα σταματήσουμε να βλέπουμε όλους όσους συνήθιζαν να χώνουν και καμιά 15αριά πλαστικές σακούλες με τα ψώνια τους στο φινάλε, με τη λογική, τζάμπα είναι, πάρε να έχεις. Και μετά θα τις έστηναν στην άμμο στις ερημικές παραλίες μαζί με τα αντίσκηνα. Και θα τις βρίσκαμε μετά κολυμπώντας στο νησί. Η χαρτοσακούλα είναι και πιο κομψή. Πιο όμορφη σίγουρα. Και δεν ξέρει κολύμπι.