O Φίλιπ Γκλας είναι σίγουρα πιο ομιλητικός από τον Λέοναρντ Κοέν, τουλάχιστον στις συνεντεύξεις. Γιατί στην προσωπική του ζωή δεν μπορούμε να ξέρουμε. Αν μπορούμε να κρίνουμε από τη δική μου εμπειρία, με τον πρώτο είναι η τρίτη φορά που μας δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουμε, τις δύο τηλεφωνικά, την τρίτη ζωντανά σε καφέ στο Θησείο, ενώ με τον δεύτερο δεν έχω φανεί ακόμη τυχερή. Την τελευταία φορά που είχε κανονιστεί τηλεφωνική συνέντευξη δεν σήκωσε καν το τηλέφωνο. Με τον Φίλιπ Γκλας δεν έχω κανένα παράπονο. Είχαμε στη διάθεσή μας 15 λεπτά. Μιλήσαμε παραπάνω και θα συνεχίζαμε κι άλλο αν δεν μας διέκοπτε το κλάμα ενός μωρού. Του δικού του μωρού. Ηταν Παρασκευή 4 Απριλίου. Ωρα 9 το βράδυ. Δηλαδή 2 το μεσημέρι για τον συνομιλητή μου, που βρισκόταν στο σπίτι του. Αυστηρός στην αρχή, πολύ πιο φιλικός μετά. Μου έκανε και φιλοφρόνηση για το πόσο καλά είναι τα αγγλικά μου. Πάλι καλά. Μήπως πει κανέναν καλό λόγο στον «φίλο» του για την επόμενη φορά.
— Ποια είναι τα βασικά κεφάλαια στο «Book of Longing»; Kαι τι έχετε να πείτε σε όλους εκείνους που διαβάζουν πρώτα το τέλος ενός βιβλίου;
— Ολα ξεκίνησαν από ένα τραγούδι. Εχει ενδιαφέρον πώς αντιδρά ο καθένας από εμάς στην τέχνη. Από πίσω προς τα μπρος, με ανοιχτά ή κλειστά μάτια, τεντωμένα αυτιά και αισθήσεις, ανυπομονησία και περιέργεια. Σημασία έχει να αντιδράς. Το «Βιβλίο του πόθου» είναι σαν ένας κύκλος με τραγούδια. Με στοιχεία μουσικής δωματίου. Σχεδόν σαν να έχουν μπλεχτεί διαφορετικά μουσικά όργανα μεταξύ τους. Δεν είναι ένα εύκολο στήσιμο. Ούτε ένα εύπεπτο παιχνίδι. Είναι πολύ πιο εξελιγμένη σαν σύνθεση.
— Εξελιγμένη ποίηση και τέχνη από τον Λέοναρντ Κοέν. Πώς κατορθώσατε να συνεργαστείτε με έναν μουσικό που έχει αποποιηθεί την παλιά του ταυτότητα ως καλλιτέχνη;
— Σε μεγάλο βαθμό είναι δικό του έργο, αλλά και δικό μου. Μοιάζει περισσότερο με διάλογο. Πρώτα μιλάει ο Λέοναρντ Κοέν και μετά είναι σαν να απαντώ εγώ στο δικό του έργο.
— Πόσο μελαγχολικό ή μαύρο είναι το βιβλίο σας;
— Δεν είναι μαύρο, δεν είναι σίγουρα μελαγχολικό. Οταν μου διάβασε τα ποιήματα στην αρχή, γελούσε όλη την ώρα. Αλλο αν ο κόσμος θέλει τον Λέοναρντ Κοέν να έχει τάσεις αυτοκτονίας. Μπορεί κάποιοι να απογοητευτούν όταν θα διαπιστώσουν πόσο καλά είναι στην ψυχολογία του. Οι λέξεις σε βάζουν σε σκέψεις. Μέχρι εκεί.
— Μπορούν όλοι να κατανοήσουν την ποίηση; Iσχύει το ίδιο και με τη μουσική;
— Μιλήσαμε πολύ στη διάρκεια των προβών. Βοηθήσαμε τους τραγουδιστές να μπορέσουν να εκφραστούν και να βρουν τη θέση τους πάνω στη σκηνή. Και αυτό είναι κάτι που μας βοήθησε όλους πολύ. Μάλιστα, στην ηχογράφηση μπορείς να ακούσεις και τη φωνή του Λέοναρντ στο βάθος. Αποκλείεται να μην τον καταλάβεις. Η αίσθηση είναι που μας ενδιαφέρει. Η ατμόσφαιρα. Το συναίσθημα. Μπορεί κάποιοι να νιώσουν περίεργα με το τέλος. Σαν να έχει πάει 2 η ώρα το πρωί και να είσαι μόνος με τα τσιγάρα σου και το ουίσκι.
— Γιατί επιλέξατε μόλις 22 ποιήματα από τα 167 που γράφτηκαν συνολικά; Tι αναγκαστήκατε να αφήσετε πίσω;
— Είναι ομάδες από 4 - 5 ποιήματα, σαν ένα μεγάλο τραγούδι που αφηγείται μια ιστορία. Μια αυτοβιογραφική ιστορία. Σημασία δεν έχουν οι αριθμοί αλλά οι λέξεις. Να κάνεις τις λέξεις απόλυτα κατανοητές. Εσύ, για παράδειγμα, μιλάς τέλεια αγγλικά. Θα καταλάβεις πολύ καλά το έργο. Φαντάζομαι ότι θα υπάρχει και μετάφραση… Αν πιάσεις το 90% των λέξεων, είσαι εντάξει. Και αν όχι, πάλι βγαίνεις κερδισμένος. Αλλά οι Ελληνες ξέρουν αγγλικά. Σίγουρα πολύ καλύτερα από άλλους λαούς.
— Eχετε αλλάξει με τα χρόνια… Νιώθετε τη διάθεση να διαγράψετε παρτιτούρες από τη δισκογραφία σας;
— Σε αυτή τη δουλειά δεν υπάρχει κανένας να σε προφυλάξει, εκτός από τον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν έχεις ποτέ δεύτερη ευκαιρία να επανορθώσεις. Ο κόσμος έχει τον τρόπο του να σου δείξει αν κάτι λειτούργησε ή όχι. Μόνο έτσι μπορείς να καταλάβεις αν είναι κάτι δημοφιλές ή πρέπει να το σκοτώσεις.
— Γιατί αργήσατε τόσο να πείσετε ο ένας τον άλλον να συνεργαστείτε τελικά; Γιατί έπρεπε να «πατήσετε» τα 70;
— Οταν πρωτοέδειξα στον Λέοναρντ την ιδέα μου, ακριβώς όπως την είχα σκεφτεί, να σκηνοθετήσουμε από κοινού μια ολονύχτια παράσταση, εκείνος το πρώτο που μου είπε ήταν «τέλεια ιδέα» αλλά λίγο καιρό μετά μου εξήγησε ότι δεν θα μπορούμε να περιοδεύσουμε, δεν θα μπορούμε να ταξιδέψουμε το συγκεκριμένο έργο που είναι και το ζητούμενο. Και έπρεπε να σκεφτούμε και τους τραγουδιστές. Φανταστείτε να τραγουδάνε πέντε νύχτες στη σειρά. Θα ήταν εξουθενωτικό.
— H αρχική ιδέα ήταν η παράσταση να διαρκεί ένα ολόκληρο βράδυ. Το σχέδιο άλλαξε. Πόση ώρα θα είναι τελικά;
— Σκεφτήκαμε τελικά ότι ήταν πολύ φιλόδοξο σαν σχέδιο. Ορισμένοι θα αντιδρούσαν. Και αποφασίσαμε να μην ξεπεράσουμε τα 95 λεπτά. Χωρίς διάλειμμα. Για να μπορέσει ο κόσμος να το απολαύσει αληθινά. Σαν να διαβάζει το βιβλίο και να σταματά όπου θεωρεί ότι έχει ενδιαφέρον. Είναι σαν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα των θεμάτων που θέλουμε να θίξουμε σε μια πρώτη διερευνητική κρούση. Δεν αποκλείεται να το επαναλάβουμε με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο.
— O Kοέν λέει ότι είστε ο Μπαχ. Αν είστε ο Μπαχ, τότε ποιος είναι ο Λέοναρντ Κοέν;
— Ο Μπαχ; Εγώ; Κατ’ αρχάς μου φαίνεται αστείο. Δεν ξέρω τι να πω. Εγώ δεν μπορώ πάντως να τον συγκρίνω με κανέναν. Υπάρχει τόση καθαρότητα, τόσο συναίσθημα, τόσο βάθος στην ποίησή του.Δεν χρειάζεται να αναρωτιέσαι τι θέλει να πει με τον τρόπο που έχει τοποθετήσει τις λέξεις τη μία δίπλα στην άλλη. Είτε αν πρόκειται για χιουμοριστικά είτε για μελαγχολικά ποιήματα. Αν είμαι ο Μπαχ, τότε εκείνος θα πρέπει να είναι ο Σαίξπηρ. Ο Λεόναρντ τραγουδά τα συναισθήματά του. Κι εγώ τα ερμηνεύω. Πάνω από όλα είμαι ένας περφόρμερ.