Η Μαντλέν Περού δεν είναι και ο ευκολότερος συνομιλητής. Είχαμε κανονίσει το τηλεφωνικό μας ραντεβού καιρό πριν, κι ας είναι καλά ο μάνατζέρ της, που την εντόπισε στο καμαρίνι της, γιατί μάλλον δεν θα απαντούσε ποτέ στην προσωπική της γραμμή. Δεν θα πρέπει να τρελαίνεται να μιλάει για τη δουλειά της, πολύ περισσότερο να την πουλάει.
Δεν μιλάει πολύ, στέκεται μόνο στα θέματα που θεωρεί η ίδια ασφαλή, ανώδυνα, γι’ αυτό και ακίνδυνα. Γεννήθηκε στην Αθήνα της Τζόρτζια. Οι γονείς της χώρισαν όταν ήταν 6 χρόνων. Αρχισε να τραγουδά στα 15 της. Στα 16 έπαιζε σε γκρουπ και περιόδευε στην Ευρώπη. Ενας ανιχνευτής ταλέντων την είδε σε ένα νεοϋορκέζικο στέκι και την έπεισε να φτιάξει έναν δίσκο με διασκευές Εντίθ Πιαφ, Μπέσι Σμιθ, Πάτσι Κλάιν. Εβγαλε το πρώτο της άλμπουμ («Dreamland») το 1996 στα 22 της χρόνια, και πούλησε 200.000 αντίτυπα.
Κουράστηκε γρήγορα από τη διασημότητα. Εξαφανίστηκε, πέρασε μια περιπέτεια με την υγεία της (στις φωνητικές της χορδές), βρέθηκε στο Παρίσι, έπαιξε σε μπαρ λίγων τετραγωνικών (σπανίως με το όνομά της) και σε οχτώ χρόνια ένιωσε ξανά έτοιμη. Τριαντάρα πια, το 2004, βγήκε ξανά στην παραγωγή. Τραγουδώντας Λέοναρντ Κοέν, Μπομπ Ντίλαν, Τσάρλι Τσάπλιν, Σερζ Γκένσμπουγκ, Τομ Γουέιτς και δικές της συνθέσεις. Το 2005 εμφανίστηκε στο Εδιμβούργο και μετά ξαναεξαφανίστηκε. Την ανακάλυψε ιδιωτικός αστυνομικός στη Νέα Υόρκη.
- Τι δεν έχει τολμήσει μέχρι σήμερα; Θα ήθελε να τραγουδήσει κάτι από Μπομπ Μάρλεϊ. Ποιο θεωρεί ότι είναι, ηλικιακά τουλάχιστον, το κοινό της;
«Δεν ξέρω. Βλέπω από συνομηλίκους μου μέχρι ανθρώπους στην ηλικία των παππούδων μου. Δεν έρχονται και πολλοί τινέιτζερ στις συναυλίες μου. Ούτε με νοιάζει αν παίζω σε συναυλιακή αίθουσα ή κλαμπ. Η σκηνή μπορεί να βρίσκεται στο δρόμο. Η μουσική είναι η ίδια, είτε παίζεις για 3 ανθρώπους είτε για 3.000».
– Πόσο δημοφιλής μπορεί να είναι σήμερα η τζαζ μουσική;
– Νομίζω ότι αντιμετωπίζω την τζαζ ή το είδος της μουσικής που εκπροσωπώ, ένα μείγμα με φωνητικά και ρετρό ήχους, σαν ένα μέρος για να εξερευνήσω τη μουσική. Δεν θέλω να έχω όρια. Η εμπορικότητα δεν θα έπρεπε να έχει καμία σχέση με τη μουσική. Η τζαζ παρ’ όλ’ αυτά είναι δημοφιλής αυτήν τη στιγμή. Είχε τις καλές και τις κακές της στιγμές τα τελευταία 100 χρόνια. Σήμερα υπάρχουν μεγάλοι σταρ της τζαζ, όπως η Νταϊάνα Κρολ και ο Τόνι Μπένετ.
– Θέλετε να γίνετε μεγάλη σταρ της τζαζ;
– Καλή ερώτηση. Εγώ παραμένω μια νέα καλλιτέχνις στο στάδιο της εξερεύνησης. Για την ώρα απολαμβάνω αυτό που κάνω. Είμαι συνθέτις και περφόρμερ. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Μπορείς να γίνεις διάσημος μόνο και μόνο επειδή ανέβασες ένα βίντεο στο Ιντερνετ. Είναι στα αλήθεια μια περίεργη βιομηχανία.
– Πώς εκμεταλλεύεστε την τεχνολογία; Ψάχνετε στο Google το όνομά σας για να δείτε τι έχουν γράψει για εσάς;
– Οχι δεν το κάνω. Θα ’πρεπε; Δεν υπάρχει τίποτα για μένα εκεί. Το Ιντερνετ όμως είναι μια τεράστια βιβλιοθήκη. Ενα λεξικό. Χρησιμοποιώ το Διαδίκτυο για έρευνα, ψυχαγωγία, επικοινωνία με άλλους ανθρώπους, ειδικά επειδή ταξιδεύω πολύ. Χρησιμοποιώ το Ιντερνετ και για να ψωνίσω, να αγοράσω μουσική.
– Για να διαφημίσετε τα τραγούδια σας;
– Θα διαπιστώσετε ότι δεν επενδύω και τόσο στην προσωπική μου ιστοσελίδα, ούτε έχω καμία σοβαρή παρουσία στο Διαδίκτυο. Δεν είμαι οπαδός του Twitter, αρκετές πληροφορίες κυκλοφορούν παντού για όλους, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ανθρώπινη επαφή αν συνεχίσουμε να επικοινωνούμε έτσι.
– Θυμώνετε όταν σας παρουσιάζουν ακόμη σαν τη διάδοχο της Μπίλι Χολιντέι ή κολακεύεστε;
– Δεν νιώθω περίεργα πια. Ο κόσμος θέλει πάντα να σε συγκρίνει με κάποιον άλλον. Δεν είναι όμως σίγουρα ο τρόπος που επιλέγω εγώ να παρουσιάσω τον εαυτό μου. Δεν λέω ότι έχω καμία σχέση με την Μπίλι Χολιντέι. Συνεχίζω απλώς να μεγαλώνω.
– Πώς νιώθετε όταν ερμηνεύετε ένα τραγούδι που έχει ταυτιστεί με τη φωνή ενός άλλου καλλιτέχνη;
– Γίνομαι ο άνθρωπος στο τραγούδι, δεν με ενδιαφέρει τι έχει γίνει πριν. Οπως όταν γράφεις ένα άρθρο, θέλεις να ξέρεις τι έχει γραφτεί πριν από αυτό. Οπως ένας ηθοποιός που μαθαίνει το ρόλο του. Πρέπει πρώτα να βρεις ποιος είσαι εσύ για να προχωρήσεις.