«Ο ρυθμός είναι το πιο σημαντικό κομμάτι της μουσικής. Και, ή τον έχεις ή δεν τον έχεις. Πώς το ξέρεις; Ερχεται κατευθείαν από τα πόδια...». O Αλ ντι Μέολα (Al Di Meola) ή Al Laurence Dimeola, όπως είναι το πλήρες ονοματεπώνυμό του, είναι παλιός γνώριμος του ελληνικού κοινού. Τον έχουμε δει μόνο, αλλά κυρίως με φίλους, τον Τζον ΜακΛάφλιν, τον Πάκο ντε Λουθία, στον Λυκαβηττό, στο Ακροπόλ, καλοκαίρια, χειμώνες, μελαγχολικό, αξύριστο, με την κιθάρα του, τα γυαλιά, τη διάθεση για αυτοσχεδιασμό και κατάργηση ορίων. Tον ξαναείδαμε σε έναν ζωντανό μουσικό διάλογο με τον 51χρονο Κουβανό, βραβευμένο με Γκράμι τέσσερις φορές, τζαζίστα, πιανίστα και συνθέτη, Γκονζάλο Ρουμπαλκάμπα (Gonzalo Rubalcaba).
«Εχω έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα», λέει στη διάρκεια της κουβέντας μας. «Σκέφτηκα πως ό,τι είχα φέρει στην Ελλάδα στο παρελθόν διαφέρει αρκετά από τον μουσικό διάλογο που θα ανοίξω με τον Γκονζάλο. Το επίπεδο είναι εξαιρετικά υψηλό στο κομμάτι του αυτοσχεδιασμού και αυτό, όταν ένας μουσικός μπορεί να επικοινωνήσει σε τέτοια διάσταση, ξυπνά εικόνες και πολλές κρυμμένες ιδέες που ούτε εσύ ο ίδιος δεν μπορείς να προβλέψεις».
Γεννημένος το 1954 στο Νιου Τζέρσεϊ (εκεί όπου μένει ακόμη και σήμερα), ιταλικής καταγωγής, παίζει επαγγελματικά από το 1974, χωρίς διαλείμματα, δηλώνει μουσικός, τραγουδοποιός, παραγωγός, παίζει κιθάρα, keyboards, ντραμς, τσέλο, τραγουδά, είναι ο άνθρωπος-ορχήστρα, αρκεί να μιλάμε για τζαζ, έστω και μπασταρδεμένη τζαζ, fusion τζαζ, με έθνικ στοιχεία ή έστω λάτιν, έχει αλλάξει τουλάχιστον πέντε φορές δισκογραφική εταιρεία.
Σκέφτομαι ποιο είναι το πιο δύσκολο και το πιο διασκεδαστικό κομμάτι για έναν άνθρωπο που εξακολουθεί να βρίσκεται διαρκώς στον δρόμο στην ηλικία των 66 χρόνων... «Το πακετάρισμα, το ξεπακετάρισμα, το τσεκ-ιν στο αεροδρόμιο που είναι πάντα πολύ, πολύ νωρίς», λέει ο Αλ ντι Μέολα. «Η έλλειψη ύπνου». Και πότε διασκεδάζει; «Σχεδόν ποτέ».
Δεν ξέρω αν ένας μουσικός σαν τον Αλ ντι Μέολα έχει ανάγκη από κοινωνική δικτύωση, επιβεβαίωση μέσω αναζήτησης στο Ιντερνετ για τη δημοτικότητά του, αν χρειάζεται να μετρήσει την επιτυχία σε likes στο facebook ή σε followers στο Twitter, αν έχει μπει σε αυτή τη διαδικασία. «Ορισμένες φορές χρησιμοποιώ το Ιντερνετ για να προωθήσω τη μουσική μου, αλλά κι αυτό ακόμη γίνεται σπάνια. Γιατί όταν μπαίνω σε αυτό τον κόσμο, νιώθω ότι εθίζομαι κι εγώ, όπως όλοι. Μοιάζει σαν ολόκληρος ο κόσμος να είναι διαρκώς κολλημένος στην οθόνη του υπολογιστή, των κινητών τηλεφώνων για γραπτά μηνύματα, εξαρτημένος. Σήμερα παραείμαστε καλωδιωμένοι... Προσωπικά μου μοιάζει σαν εργασία πλήρους απασχόλησης να πρέπει να απαντώ στα μηνύματα άλλων, σε emails και αντίστροφα».
Προτιμά μάλλον να παίζει εξαιρετικά γρήγορους και περίπλοκους αυτοσχεδιασμούς, λάιβ ή στο στούντιο. Ανέκαθεν τον ενδιέφερε η μεσογειακή κουλτούρα, εναλλακτικά ακουστικά είδη, όπως το φλαμένκο. Πώς επικοινωνεί όμως στη σκηνή με τον Gonzalo Rubalcaba, πόσο ανταγωνιστικός είναι; «Είναι απίστευτο μαζί του γιατί μπορώ να πάω προς όποια κατεύθυνση επιθυμώ, με τον πιο εξτρίμ τρόπο, κι εκείνος ανταποκρίνεται στο δευτερόλεπτο και κάνει παρόμοια πράγματα με μένα. Ξέρω με σιγουριά ότι λατρεύει τη στιγμή που βγαίνω έξω από αυτό που είχαμε κάνει πρόβα και πετάω μουσικές, κυρτές μπαλιές».
Εχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες που δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Πολ Σάιμον και Γιώργος Νταλάρας, Στιβ Βάι και Αζίζα Μουσταφά Ζαντέ... Στην αθηναϊκή συναυλία προστέθηκε κι ένα μπουζούκι για να ζωντανέψουν ρεμπέτικα από τη δεκαετία του '30. Ο Αλ ντι Μέολα λέει ότι το λατρεύει σαν μουσικό όργανο, η ιδέα γεννήθηκε όταν έπαιξε στο cd του Μιχάλη Παούρη και λάιβ στο θέατρο Ακροπόλ.
Στην κουβέντα μας αναφέρεται η δεκαετία του 80. Πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος που αγοράζουμε και ακούμε μουσική; «Είναι πάντα στο χέρι του μουσικού να δημιουργήσει με έναν μαγικό τρόπο ένα τραγούδι ή μια συνεργασία. Αυτό είναι κάτι που απαιτείται και στην τζαζ και στην world music. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για μένα είναι η αλλαγή στον τρόπο που αγοράζουμε μουσική, με τα δισκοπωλεία να εξαφανίζονται, κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα τεράστια πτώση στις πωλήσεις από τις αρχές της δεκαετίας του 80 μέχρι σήμερα».
Ποιο κομμάτι θα αφιέρωνε στο ελληνικό κοινό; Το «Mediterranean Sundance» γιατί «ξέρω πόσο το αγαπούν». Με αγάπη από το 1977 και το δεύτερο άλμπουμ του Αλ ντι Μέολα. H αυθεντική εκδοχή στο άλμπουμ διαρκεί 5 λεπτά και 13 δευτερόλεπτα. Στη λάιβ βερσιόν μάλλον κρατάει περισσότερο...