Είχα μόλις αγοράσει ένα μπεζ σακάκι με λεπτομέρειες από σουέντ στο Harvey Nichols με την υπογραφή του. Την ώρα που έδινα την πιστωτική μου κάρτα στο ταμείο, είδα για πρώτη φορά τον Michael Kors. Μιλούσε στις γυναίκες για τους τρόπους που μπορούν να τονώσουν την αυτοπεποίθηση τους σε μία από τις βραδιές μόδας που οργανώνει το Harvey Nicks.
Χρόνια μετά ο Michael Kors δεν έχει αλλάξει, ούτε έχει παρασυρθεί από την υπερβολή που υπαγορεύει η επιτυχία, συχνά ακολουθεί τις πελάτισσες του ακόμη και στο δοκιμαστήριο. Στη συνέντευξη μας ήταν άμεσος και ειλικρινής, ένας άνθρωπος με χιούμορ. Είναι περιζήτητος. Λανσάρει το καινούργιο του άρωμα, η Μadison Avenue φιλοξενεί ήδη το ναό του ενώ δεν είναι τυχαίο πως η αμερικανική Vogue τον αποκαλεί «βασιλιά Kors» και σχεδιαστή της χρονιάς. Τόσο οι επιδείξεις του για την προσωπική συλλογή, όσο και (παλιότερα) για τον οίκο Celine, γίνονται σημείο αναφοράς και ρόλοι ζωής για τις γυναίκες που τον ακολουθούν ό,τι κι αν κάνει.
Λίγο πριν αρχίσει η συνέντευξη μας, παρατηρώ μια φωτογραφία με την Κιάρα Μαστρογιάνι. Δεν την έχω συνηθίσει να φοράει τόσο έντονα χρώματα, μοιάζει να έχει μεταμορφωθεί. Και η Μίλα Γιόβοβιτς φοράει Michael Kors αλλά και η Σάρον Στόουν, η Μαρί-Σαντάλ Μίλερ, η Αϊρίν Λόντερ, η Γκουίνεθ Πάλτροου, η Αντζέλικα Χιούστον, η Ρενέ Ρούσο, η Κρίστιν Σκοτ Τόμας. Συχνά αγοράζουν ολόκληρες τις συλλογές του. Η Ρενέ Ρούσο ζητά πάντα την γνώμη του, ακόμη και για το τι θα φορέσει στις κινηματογραφικές πρεμιέρες.
Αν χαίρεται περισσότερο να σχεδιάζει για διάσημες κυρίες; «Δεν έχει σημασία αν η γυναίκα που φοράει Kors είναι σούπερ μοντέλο, νοικοκυρά ή σταρ. Ολες έχουν ανάγκη από ιδιαίτερη μεταχείριση με τη μόνη διαφορά ότι η ζωή μιας σταρ είναι διαρκώς κάτω από το μικροσκόπιο. Πρέπει να είναι τόσο τέλεια σα να πηγαίνει κάθε μέρα στο γάμο της.»
Η φιλοσοφία του Michael είναι να μπορεί κάθε γυναίκα να βρει τις ίδιες τάσεις, στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι, στο Χονγκ Κονγκ και στην Αθήνα. «Αλλωστε όσο προχωράει ο χρόνος, τόσο λιγότερες διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στις χώρες». «Δεν υπάρχει πια αμερικανική, ιταλική ή γαλλική μόδα αλλά διεθνής. Όλα αλλάζουν καθώς ταξιδεύουμε περισσότερο, σερφάρουμε στο Ιντερνετ, παρακολουθούμε CNN, ενημερωνόμαστε για ότι συμβαίνει στον κόσμο».
Τον ρωτάω αν έχει έρθει στην Ελλάδα. «Ζηλεύω τον τέλειο καιρό που έχετε. Είναι το ωραιότερο κλίμα στον κόσμο. Δυστυχώς έχω επισκεπτεί μόνο μια φορά τα ελληνικά νησιά και θέλω να επιστρέψω». Αν του αρέσει κάτι στους Ευρωπαίους είναι το γεγονός ότι απολαμβάνουν τη ζωή περισσότερο ενώ οι Αμερικανοί δεν έχουν χρόνο να πάρουν ανάσα.
Σίγουρα έχει παίξει ρόλο η μισή Σκανδιναβική και μισή Εβραϊκή καταγωγή του. Μεγαλώνοντας στο Long Island, σπούδασε σχέδιο μόδας στο FIT αλλά η εξέλιξη της καριέρας του δεν ήταν στρωμένη με μετάξι. Ξεκίνησε το 1978 σαν πωλητής και μετά ως σχεδιαστής στο Lothar’s στο Μανχάταν, από όπου ψώνιζαν η Σερ, η Νταϊάνα Ρος, η Μπάρμπρα Στράιζαντ. Αν τις κατέκτησε είναι γιατί έλεγε την αλήθεια. «Λέω πάντα στις γυναίκες να μην αγοράζουν ποτέ κάτι που μοιάζει πάνω τους σα να ήταν δανεικό».
Κάτι ξέρει. Ο μικρός Michael ακολουθούσε τη μητέρα του στα μαγαζιά, είχε φτιάξει την πρώτη του μπουτίκ σε ηλικία 10 χρόνων στο υπόγειο του σπιτιού του. Οι πρώτες πελάτισσες του Iron Butterfly ήταν οι γειτόνισσες του. Στα 14 του δεν ήθελε πια να γίνει ηθοποιός αλλά σχεδιαστής, ακόμη κι αν σήμερα διατηρεί κόμμωση «α λα Στιβ Μακ Κουίν». Είχε πει στη μητέρα του, Τζόαν, μοντέλο της Revlon, ότι στα 21 του θα είχε την δική του επιχείρηση. Εκείνη με τη σειρά της ήλπιζε να πετύχει στην show business γι’ αυτό και τον παρότρυνε να παίζει σε διαφημιστικά σποτ, να παρακολουθήσει μαθήματα σε δραματική σχολή, ακόμη και να αλλάξει το όνομα του από Αντερσον σε Kors όταν η ίδια χώρισε τον πατέρα του και παντρεύτηκε τον παραγωγό Μπιλ Κορς.
Θεωρεί τη μητέρα του, Τζοάν, ηρωίδα του. «Για κάθε σχεδιαστή, ο τρόπος που ντύνεται η μητέρα του τον στιγματίζει παντοτινά». Το όνομα του ανέβηκε γρήγορα στη μαρκίζα. Το 1981 δημιούργησε την προσωπική του συλλογή, την οποία διέθετε στο Bergdorf Goodman και το Saks Fifth Avenue, το 1995 έβαλε την υπογραφή του στη γραμμή Kors και δύο χρόνια αργότερα, λάνσαρε και ανδρική κολεξιόν. Τον Μάρτιο του 1998 ανέλαβε την αναγέννηση της Celine. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να σεβαστεί την ιστορία και την κληρονομιά του οίκου και ταυτόχρονα να αποκτήσει νέο κοινό. «Νιώθω σαν ένας τραγουδιστής που του δόθηκε η ευκαιρία να ανανεώσει το ρεπερτόριο του. Όμως οτιδήποτε κι αν αγγίζω, φέρνει τα αποτυπώματα μου. Δεν θα κάνω ball gowns στο Παρίσι ή στη Νέα Υόρκη αν δεν με αντιπροσωπεύουν. Στο τέλος της ημέρας λέω την ίδια ιστορία.»
Αν μπορούσε να επιστρέψει με την μηχανή του χρόνου σε μια δεκαετία; «Θα ήθελα να ζήσω στα 20s. Τη δεκαετία της αλλαγής, της νεολαίας, της υπέροχης αισθητικής».
Ο χρόνος τον αγχώνει. Αν και δεν είναι προληπτικός, δεν κρύβει την αγωνία του πριν από κάθε κολεξιόν. Παραμένει πράος μέχρι πριν από την έναρξη του σόου. «Σπαταλάς τόσο χρόνο και ενέργεια ξεχνώντας ότι όλα θα έχουν τελειώσει μέσα σε 15 λεπτά». Για τον χειμώνα, προκάλεσε πολλούς παρουσιάζοντας γούνες. Η άποψη του είναι όποιος δεν θέλει να φορέσει γούνα, είναι ελεύθερος να το κάνει. Όλα είναι θέμα προσωπικής επιλογής λέει, ξεχνώντας τους ακτιβιστές που του πέταξαν μία τούρτα ως ένδειξη διαμαρτυρίας.
Υπάρχουν στιγμές που έχει μπλοκάρει, που δεν μπορεί να εμπνευστεί; Παραδέχεται ότι έχει τύχει να δει 1000 διαφορετικά υφάσματα και να συνειδητοποιήσει ότι εκείνα που λάτρεψε ήταν τα είκοσι πρώτα. Όταν το μυαλό του αδειάζει, σκέφτεται τι λείπει από τη ντουλάπα των φίλων του, προσπαθώντας να βρει μια λύση. Η μεγαλύτερη επιβράβευση για τον ίδιο είναι να βλέπει τα ρούχα του να φοριούνται.
«Ολοι νομίζουν ότι μετά από κάθε σόου, ο σχεδιαστής βρίσκεται στο Μαρακές. Αλλα εγώ κάνω απλώς την επόμενη πρόβα». Θυμώνει με κάποιους συναδέλφους του και δεν το κρύβει. «Δεν ξεχνάω ποτέ ότι η σύγχρονη γυναίκα εργάζεται, έχει οικογένεια, λείπει όλη μέρα. Νομίζω ότι πολλοί σχεδιαστές σκέφτονται μόνο πως θα κάνουν ένα καλό σόου. Το πιο παλιομοδίτικο πράγμα στη μόδα είναι να φτιάξεις κάτι πρακτικό».
Ο ίδιος ντύνεται αποκλειστικά σχεδόν με ουδέτερα χρώματα, σα να βαριέται να ασχοληθεί με τον εαυτό του. Φοράει μαύρα και χακί: «Περνάω όλη τη ζωή μου ντύνοντας τους άλλους. Το μόνο που χρειάζομαι είναι μια στολή, ένα τι-σερτ με ένα τζιν. Το τελευταίο που με ενδιαφέρει είναι η εμφάνιση μου».
Του αρέσει να περπατά, να τρώει σούσι και να κάνει τα ψώνια του όταν είναι στο Μαϊάμι αλλά ταξιδεύει διαρκώς. «Ζω στα αεροπλάνα. Εχω μονίμως jet-lag. Ταξιδεύω μία ή δυο φορές τον μήνα από την Αμερική στην Ευρώπη και εργάζομαι στην Ιταλία για την προσωπική μου συλλογή. Ετσι έχω τις κεραίες μου ανοιχτές και ξέρω τι γίνεται στον κόσμο».
Ενας συνηθισμένος μήνας στην ατζέντα του μοιάζει ως εξής: Παρίσι, Νέα Υόρκη, Μιλάνο, Τόκιο, Χονολουλού, Νέα Υόρκη, Παρίσι. Δεν γκρινιάζει που ταξιδεύει τόσο συχνά. Οσο περνάει η ώρα προσπαθώ να τον γνωρίσω καλύτερα. Τον ρωτάω ποιες είναι οι εμμονές του. Ξέρω ότι όταν θέλει να αποτοξινωθεί από όλα, κλείνει το τηλέφωνο, πηγαίνει στην παραλία, διαβάζει μια βιογραφία ή μία φτηνή νουβέλα και προσπαθεί να μην σκέφτεται καθόλου για ρούχα. «Η παραλία, αυτή είναι μια εμμονή που έχω. Θέλω μονίμως να αποδράσω. Αληθινός παράδεισος για μένα είναι ένα έρημο μέρος με νερό και άμμο. Θέλω απόλυτη ησυχία για να γεμίσω τις μπαταρίες μου. Όταν όλοι απολαμβάνουν να διαβάζουν σοβαρή λογοτεχνία, εγώ λατρεύω να διαβάζω απίστευτα σκουπίδια. Δώσε μου ένα βιβλίο της Τζάκι Κόλινς και είναι η καλύτερη μου.»
Πώς αποδρά στη Νέα Υόρκη; «Πηγαίνω σε μέρη που δεν είναι της μόδας, δεν είναι chic, έχουν ωραίο φαγητό και ωραία κοκτέιλ. Βγαίνω με φίλους, πηγαίνουμε σινεμά, δεν κουβεντιάζουμε για μόδα, γνωρίζοντας ότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που αδιαφορεί για ότι έχει να κάνει με μόδα».
Τον ρωτάω πως φαντάζεται τη ζωή του στην επόμενη δεκαετία. Θα κάθεται στον ίδιο θρόνο; Μου εξομολογείται ότι δε νιώθει σαν βασιλιας γιατί δεν πιστεύει στα παραμύθι με χάπι-εντ. «Η ζωή είναι μια αρχαία ελληνική τραγωδία». Τι σημαίνει για τον ίδιο επιτυχία; «Επιτυχία ίσον ελευθερία». Και ελευθερία; «Χρόνος». Ο ορισμός της μόδας; «Μόδα θα έπρεπε να σημαίνει στιλ». Πασαρέλα; «Ψυχαγωγία». Μοντέλο; «Μια γυναίκα». Περιοδικά; «Η ιστορία της ζωής μου».