Μαύρο γεράκι; Σπουργίτι ή ξεφτέρι, όπως τιτλοφόρησε παλιότερη συλλογή του; Οι Αυστραλοί τον αποκαλούν «Draped crusader». Οι Αμερικανοί τον μνημονεύουν με κάθε ευκαιρία και ο Steven Meisel τον φωτογραφίζει σε ένα αφιέρωμα με τίτλο «Almost famous», ακόμη κι αν εργάζεται στην βιομηχανία μόδας χρόνια. Σύμφωνα με το Fashion Wire Daily πάντως είναι «ο ροκ σταρ της μόδας».
Τα ρούχα του εφαρμόζουν σαν γάντι. Οι γυναίκες τον λατρεύουν, όπως λάτρευαν παλιότερα τον Αzzedine Alaia. Μετά τον Marc, τον Nicolas, τον Narciso, η νέα φρουρά δημιουργών αποτελείται από τον Zac Posen, τον Benjamin Cho, την Behnaz Sarafpour... Ο Rick Owens, ο protege της γαλλικής Vogue, της Carine Roitfeld, της Anna Wintour από την αμερικανική Vogue, αν και δεν αποχωρίζεται το Λος Αντζελες, έδειξε για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη.
13 Φεβρουαρίου 2002. Διστακτικά αλλά σταθερά βήματα, συνέπεια, όραμα, χειροκρότημα. Είναι η στιγμή του και το ξέρει. Γιατί και στη μόδα όλα είναι θέμα timing. Μία ατυχής συγκυρία τον εκτοξεύει στην κορυφή. Αν και επρόκειτο να κάνει το ντεμπούτο του στη Νέα Υόρκη με την ανοιξιάτικη του συλλογή, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου αναγκάστηκε να το ματαιώσει. Χωρίς να χάσει τις ελπίδες του, ετοιμάστηκε για την επόμενη σεζόν. Η χειμωνιάτικη του κολεξιόν με τίτλο «Sparrow» προκάλεσε συζητήσεις τόσο για την τεχνική, όσο και για την ρομαντικο-γοτθική διάθεση, που του εξασφάλισαν μια πιστή και διαρκώς αυξανόμενη πελατεία. Ο αντιπρόεδρος και γενικός διευθυντής του Henri Bendel, Ed Burstell έχει την εξήγηση: «Πρόκειται για μια ανεξήγητη τρέλα. Οι γυναίκες λατρεύουν τον τρόπο που αγγίζει το σώμα τους».
Μπορεί να φτιάξει με την ίδια ευκολία ένα κλασικό tuxedo, όμως το αληθινό του ταλέντο μοιάζει να είναι το ντραπάρισμα. Η ατμόσφαιρα στη συλλογή του ήταν σκοτεινή, περισσότερο μελαγχολική από όσο θα περιμέναμε, σίγουρα πολιτικώς ορθή σε σχέση με το πνεύμα των ημερών. Κρατάμε τα δερμάτινα τζάκετ από παλιωμένο δέρμα και τα ζέρσεϊ φορέματα που μοιάζουν ότι μπορούν να φορεθούν από το πρωί μέχρι το βράδυ. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στη δουλειά του, δίνει την ίδια έμφαση στο μπροστινό τμήμα του ρούχου, όπως και στο πίσω, επενδύοντας σε έξυπνες λεπτομέρειες. Ζήτησε μάλιστα το μακιγιάζ να γίνει από την Pat McGrath, την αγαπημένη μακιγιέζ του Tom Ford, με ειδική οδηγία «τα μάτια να μοιάζουν κουρασμένα αλλά να παραμένουν ηδυπαθή».
Δεν είναι ιδιαίτερα όμορφος, με τα μαύρα μακριά μαλλιά του μοιάζει με Ινδιάνο, θυμίζει κάτι ανάμεσα στον Ιγκι Ποπ και την Πάτι Σμιθ αλλά θα μπορούσε να θεωρηθεί και ο μεγάλος αδελφός του John Galliano. Ανήκει στην γενιά των 50 και κάτι, δηλώνει επαναστάτης, δεν συμπαθεί την ευκολία και την τεμπελιά, πόσο μάλλον το προβλέψιμο. «Αντιστάθηκα και πάλι στο μαύρο. Νομίζω ότι το έχω ξεπεράσει πια, ίσως γιατί θεωρώ ότι είναι λίγο επιθετικό σαν χρώμα. Για μένα το γκρίζο είναι το νέο μαύρο», εξηγεί στους δημοσιογράφους μόδας στα παρασκήνια του σόου του.
Δεν φοβάται το σκοτάδι, ούτε την αποτυχία. Οι κολεξιόν του είναι ιδιαίτερες αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο θα μπορούσες να τις χαρακτηρίσεις και άστατες. Παρόλο που καλλιεργεί ένα εναλλακτικό ίματζ και συναρπάζεται από οτιδήποτε μακάβριο, εδραίωσε πολύ γρήγορα ένα cult κίνημα. Η έμπνευση του δεν πηγάζει μόνο από σχεδιαστές της αρχής του εικοστού αιώνα, όπως η Vionnet και ο Fortuny, αλλά και από το grunge στυλ στο Hollywood Boulevard όπου ζει και εργάζεται. «Απολαμβάνω αυτή την έλλειψη επιτήδευσης που δημιουργείται όταν κάτι αφήνεται να κρεμάσει, γι’ αυτό και επιδιώκω να δίνω την αίσθηση ότι τα κομμάτια είναι ελαφρώς φορεμένα, τόσο που να αφήνουν την υπόνοια ότι είναι σχεδόν κατεστραμένα», εξηγεί.
Την ίδια «καταστροφική» διάθεση επέλεξε και για την παρθενική του εμφάνιση στη Νέα Υόρκη, σε μια εγκαταλελειμένη αποθήκη, υπό τη μουσική υπόκρουση του Αλις Κούπερ και του Ιγκι Ποπ. Πραγματικά τα ρούχα του υποδηλώνουν ότι ο Owens μπορεί να παράγει έννοιες νωθρού μοντερνισμού και «μελαγχολικής καταστροφής» μαζί. Παραμένει όμως ένας σχεδιαστής που αγαπά τις γυναίκες και θέλει να τις βλέπει όχι μόνο να ξεχωρίζουν αλλά και να λάμπουν. Ο ίδιος έχει την απάντηση: «Αρκετοί άνδρες σχεδιαστές είναι ομοφυλόφιλοι, γι' αυτό και πολύ συχνά η αντίληψη για τις γυναίκες βρίσκεται πιο κοντά στις κούκλες Barbie παρά στην πραγματικότητα. Εγώ έχω μια αυθεντική σεξουαλική έλξη προς τις γυναίκες, μπορώ να τις καταλάβω χωρίς να χρειαστεί να τις τοποθετήσω σε ένα τέτοιου είδους βάθρο».
Είναι ρεαλιστής και δεν το κρύβει. Γεννήθηκε στο Πόρτερβιλ στη Νότια Καλιφόρνια. Για να μπορέσει να αποδράσει, μετακόμισε στο Λος Άντζελες με σκοπό να γίνει καλλιτέχνης. «Το να μείνω άφραγκος δεν με τρόμαζε ποτέ γιατί ανέκαθεν ήξερα ότι μπορώ να βασιστώ στον εαυτό μου» δηλώνει σήμερα ο Owens και συνεχίζει: «Θαύμαζα πάντα τους πανκ και τα παιδιά του δρόμου για τον παράτολμο ιδεαλισμό τους και την περιφρόνησή τους. Θυμάμαι να σκέφτομαι: «Αν μπορούν αυτοί να τα καταφέρουν, τότε σίγουρα μπορώ κι εγώ»». Πάντως το γεγονός ότι επέλεξα μια καριέρα στη μόδα αντί για τη ζωγραφική αποτέλεσε μια καθαρά οικονομική επιλογή».
Αν θεωρεί τη δουλειά του μορφή τέχνης; «Μάλλον όχι... Πλησιάζει όμως πολύ», απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη. «Αν ήταν να τη συνδέσω με κάτι, αυτό θα ήταν η ποίηση, γιατί η ποίηση βασικά έχει να κάνει με το να συγκεντρώνεις λέξεις οι οποίες ήδη υφίστανται και να τις επανατοποθετείς με διαφορετική σειρά. Αυτό κάνω κι εγώ με τα υφάσματα: κολάζ.»
Και ο δικός του ορισμός για τη μόδα; «Θέατρο χωρίς διάθεση αυτοπροβολής και εκφοβισμού».
Rick Owens: Ποιητής, θεατράνθρωπος ή πανκ φρικιό; «Ο τρόπος που το αντιλαμβάνομαι εγώ είναι ότι έχεις τη στιγμή σου και αν δεν αδράξεις την ευκαιρία την στιγμή ακριβώς που σου προκύπτει, κινδυνεύεις να την χάσεις για πάντα».