Ποια είναι τελικά η Stella McCartney: Μία κακομαθημένη θυγατέρα διάσημου ροκ σταρ ή μια παρεξηγημένη ηρωίδα που ξύπνησε έναν οίκο από το λήθαργο; Αν πρωταγωνιστούσε στον κινηματογράφο, θα ήταν η Ντόρις Ντέι στην ταινία «Calamity Jane». Όταν μιλάει είναι αυθόρμητη, χρησιμοποιεί αργκό εκφράσεις, θυμώνει όταν παρουσιάζεται ως το κακομαθημένο κοριτσάκι του μπαμπά, η μικρή πριγκίπισσα που έμαθε να σχεδιάζει με χρυσές βελόνες.
Μπορεί να μην το επιδιώκει αλλά προκαλεί. Όταν έμαθα πως από την πρώτη κιόλας ημέρα που βρέθηκε στο καινούργιο της γραφείο, στο ατελιέ της Chloe, ζήτησε να ξηλώσουν τις γκρίζες μοκέτες και να ξεφορτωθούν τα βαριά έπιπλα, σκέφτηκα ότι δεν είναι και τόσο εύκολο να βρεθείς μέσα σε μια νύχτα από το Notting Hill στην Faubourg St-Honore.
Το παραδέχεται άλλωστε και η ίδια: «Το πρώτο πράγμα που έκανα μόλις πήγα στην Chloe ήταν να αλλάξω τα πάντα, κυρίως το αποκρουστικό ντεκόρ των 80s, οτιδήποτε μου θύμιζε την περίοδο Lagerfeld.»
Προκαλεί αλλά θα προκαλούσε ότι κι αν έκανε. Η βρετανική εφημερίδα Daily Mail την έχει κατηγορήσει επειδή «χρησιμοποίησε τις προσωπικές της επαφές, το όνομα της και ορισμένοι λένε το ταλέντο της» για να πάρει τη δουλειά στον οίκο Chloe. Αγγλίδα συνάδελφος μου εκμυστηρεύτηκε πρόσφατα πως επιδιώκει σε τέτοιο βαθμό τη δημοσιότητα, ώστε λίγες ημέρες πριν από κάθε σόου, να προσκαλεί τους δημοσιογράφους στις πρόβες για να δουν με τα μάτια τους πόσο πασχίζει για ότι έχει καταφέρει. Ότι κι αν κάνει, είναι εις βάρος της.
Ακόμη και ο Κarl Lagerfeld στον ρόλο του προκατόχου της είχε τις αντιρρήσεις του για την επιλογή της. «Καταλαβαίνω ότι έπρεπε να πάρουν κάποιο μεγάλο όνομα. Και το έκαναν. Με τη διαφορά ότι δεν ήταν της μόδας αλλά της μουσικής».
Θα εκπλαγεί σίγουρα όταν μάθει ότι ο Mounir Moufarrige που την προσέλαβε στην Chloe, νόμιζε ότι την έλεγαν McCarthy (!) Όπως επίσης πως στα 15 της δούλευε στο ατελιέ του Christian Lacroix, αργότερα στην Betty Jackson –φτιάχνοντας ακόμη και καφέδες, όπως λέει η Jackson-, στη Saville Row ενώ εργάστηκε και για την βρετανική Vogue, προτού σπουδάσει στο Saint Martins και παρουσιάσει την πρώτη της συλλογή.
«Θα μπορούσα να επιλέξω τη ζωή του Μικ Τζάγκερ», λέει κι όμως μεγάλωσε χωρίς υπηρέτες και σωματοφύλακες, πήγε σε δημόσιο σχολείο, μοιραζόταν την ίδια κρεβατοκάμαρα με τα αδέλφια της. Όμως δεν παύει να είναι η κόρη ενός Σκαθαριού, οφείλει να πληρώσει το τίμημα.
Παλιότερα έκρυβε το πρόσωπο της μόλις έβλεπε φωτογράφο. Υπήρξε αφελής που πίστεψε ότι η πρόσληψη της θα περνούσε απαρατήρητη. Κι όμως παρά την καχυποψία όλων, η παρθενική της κολεξιόν την δικαίωσε, σχεδιάζοντας ρούχα που τόσο η ίδια, όσο και οι φίλες της και η πολυαγαπημένη της μητέρα θα ήθελαν να φορέσουν.
Κέρδισε το στοίχημα επειδή παρέμεινε πιστή στο προσωπικό της στυλ, αν και πολλοί λένε ότι χωρίς την βοηθό της, Phoebe Philo με την οποία γνωρίστηκαν στο ΒΑ στο Saint Martins, δεν θα είχε καταφέρει τίποτε. Ευτυχώς είναι δυο καλές φίλες που εκτός από τη μόδα, τους συνδέει και η αγάπη τους για τα άλογα και την χορτοφαγία.
Σχεδιάζουν για την στιγμή, όχι για τη σεζόν, πιστεύουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολυτέλεια χωρίς απλότητα. «Φτιάχνω ρούχα που θα ήθελα να φορέσω. Δεν φοράω σύνολα, οπότε δεν σχεδιάζω σύνολα. Μου αρέσουν οι άνθρωποι με ταυτότητα, που εξωτερικεύουν τα συναισθήματα τους με τον τρόπο που ντύνονται».
Και η ίδια τι θέλει να αποδείξει; «Όταν ήμουν μικρή ονειρευόμουν πότε θα μεγαλώσω. Ακόμη το κάνω», έλεγε στην βρετανική Vogue πριν χρόνια. «Μόνο που τώρα είμαι σε σε αυτοκίνητα με σοφέρ, παίζω με τον χαρτοφύλακα μου, προσποιούμενη ότι είμαι μια διεθνούς φήμης σχεδιάστρια». Ωραία όλα αυτά αλλά όταν την ρωτούν, όχι βέβαια τι ...σκοπεύει να κάνει όταν θα μεγαλώσει αλλά αν σκέφτεται να ανανεώσει το συμβόλαιο της με την Chloe, απαντά: «Αυτή είναι σίγουρα η χειρότερη ερώτηση που θα μπορούσε να μου κάνει κάποιος». Παραδέχεται όμως ότι της γίνονται προσφορές. Κάπως έτσι έγινε και η πρόταση από τον Τom Ford για την μεταγραφή της στον Gucci. «Δεν θα ήταν σωστό να μιλάω για άλλες δουλειές, ακόμη κι αν είναι κάτι που με κάνει να νιώθω επιθυμητή και αγαπητή».
Και ο Σον Λένον είναι καλός της φίλος, όπως και ο Tom Ford, η Κέιτ Μος, η Μαντόνα. Η Stella McCartney δεν έχει ανάγκη πλέον από διάσημους φίλους για να πετύχει. Αν είναι ευτυχισμένη με την ζωή της; «Ζω σε μια σαπουνόφουσκα» λέει αλλά δεν καταλαβαίνω αν το εννοεί πραγματικά.
Όταν ήταν μικρή έπινε τσάι με τον Στίβι Γουόντερ, γνωρίζοντας ότι ο μπαμπάς της έχει τόσο μεγάλη περιουσία που θα μπορούσε να αγοράσει την Chloe αν το επιθυμούσε. Εκείνη απλώς κάνει ότι δεν καταλαβαίνει. «Πάντα ήθελα να γίνω μουσικός», δήλωσε στην αμερικανική Vogue. «Είναι στις ρίζες μου. Αλλά ήταν συνειδητή επιλογή να μην το τολμήσω για ευνόητους λόγους».
Μιλάει σαν Αγγλίδα από το Δυτικό Λονδίνο, με περίεργη προφορά ενώ όταν σε συναντά για πρώτη φορά, σου συστήνεται, δεν θεωρεί αυτονόητο ότι θα την αναγνωρίσεις από τις φωτογραφίες. Δεν είναι πάντα τόσο ευγενική. Οταν είδε την Καμίλα Πάρκερ Μπόουλς στο χειμωνιάτικο σόου της, είπε : «Δεν είναι φίλη μου. Δεν θα έπρεπε να υποστηρίζει έναν σχεδιαστή που κυνηγάει αλεπούδες;»
Η ιστορική πάντως στιγμή για τους φωτογράφους δεν ήταν με την Stella και την Camilla στα παρασκήνια αλλά με τα «ξαδέρφια» των Σκαθαριών. Η παρουσία του Σον Λένον στο Παρίσι ενθάρρυνε τα κουτσομπολιά, εντός κι εκτός VIP δωματίου, εκεί που ο περήφανος μπαμπάς, Πολ Μακ Κάρτνεϊ, ο οποίος αποκαλεί χαϊδευτικά την κόρη του «Στελ», έλεγε: «Η Stella τελικά είναι σταρ».
Η Stella McCartney γεννήθηκε την χρονιά που διαλύθηκαν τα Σκαθάρια. Απεχθάνεται να μιλούν για τη ζωή της. «Η δουλειά μου είναι η δουλειά μου και η ζωή μου, η ζωή μου». Το μόνο που λέει είναι ότι συναντά τον Τom Ford στο δωμάτιο ενός μοτέλ δύο φορές τον μήνα. Η ζωή της είναι γεμάτη εκπλήξεις και απρόοπτα. Δεν θέλει να διαρρεύσει ότι η Μαντόνα, με τον Γκάι Ρίτσι και την Λούρντες την επισκέπτηκαν πριν από κάποιους μήνες για να περάσουν μαζί το γουικέντ, ούτε ότι υπήρξε από τις πρώτες που γνώριζαν για την εγκυμοσύνη της Μαντόνα.
Κρυψίνους ναι, και κυνική και αυστηρή με τον εαυτό της. Η Stella μπορεί να μην είναι ευτραφής, έχει όμως εμμονές με το βάρος της, κάτι που είναι απόλυτα δικαιολογημένο αν σκεφτεί κανείς πόσο συχνά είναι περιτριγυρισμένη από δίμμετρες καλλονές. Στην πραγματικότητα είναι ψηλή με μακριά πόδια, στρογγυλό πρόσωπο και μεγάλα εκφραστικά μάτια. Είναι σέξι, ειρωνική, νέα, πετυχημένη, διάσημη.
Καπνίζει, πίνει και κάθεται με ανοιχτά πόδια, χωρίς να νοιάζεται για τους κανόνες του καθωσπρεπισμού. Είναι αστεία. Πολύ αστεία. Αν αρνείται να σχεδιάσει ανδρικά παρόλο που της το προτείνουν οι φίλοι της, είναι γιατί «πρώτον δεν είμαι άντρας και δεύτερον, δεν διαθέτω τα ...προσόντα».
Σίγουρα το χιούμορ ήταν το μυστικό όπλο που την βοήθησε να εξοντώσει τους υπόλοιπους 40 σχεδιαστές που ήταν υποψήφιοι για τον οίκο Chloe πριν από χρόνια. Και να σκεφτεί κανείς ότι η ίδια είχε μόλις αποφοιτήσει από το Central Saint Martins, παρουσιάζοντας μια συλλογή με τις φίλες της, Ναόμι Κάμπελ, Γιασμίν Λε Μπον και Κέιτ Μος και τους διάσημους γονείς της να χειροκροτούν από την πρώτη σειρά, σε μια κολεξιόν που έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες.
Σήμερα ρούχα της φορούν η Λιβ Τάιλερ, η Κάμερον Ντίαζ, η Πάτσι Κένζιτ, η Καρολίνα του Μονακό, η Κάιλι Μινόγκ. Εχει ανακηρυχθεί από την Βρετανική Vogue ως μία από τις 50 πιο στυλάτες γυναίκες στον κόσμο ενώ στα βραβεία της Vogue εμφανίστηκε με τη Μαντόνα σαν δύο αχώριστες κολλητές. Αν οφείλει κάπου την αγάπη της στη μόδα και στο ωραίο είναι στην μητέρα της, Λίντα, το στήριγμα της ζωής της και μόνιμη πηγή έμπνευσης, την οποία έχασε από καρκίνο. Πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που ένιωθε και η ίδια ότι πλησίαζε το τέλος. «Πίστευα ότι θα πεθάνω, ήθελα να αποχαιρετήσω τον κόσμο, έχετε γεια, δεν μπορώ να αναπνεύσω», ήταν το αποτέλεσμα συνδρόμων πανικού. Τελικά όχι μόνο έζησε αλλά μετά τον θάνατο της μητέρας της το 1998, η Stella αποφάσισε να συνεχίσει μόνη της την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ζώων. Σε όλες τις τηλεφωνικές συσκευές του γραφείου έχει κολλήσει μικρά αυτοκόλλητα «ban fur». Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας γούνας, συνεργάστηκε με την PETA, πολέμησε για να μην σχεδιάζει γούνα ή δέρμα, όπως και καλσόν. Ρίσκαρε και είναι προς τιμήν της, αφού κανένας οίκος δεν θέλει να αποχωριστεί την έννοια της χλιδής. Αν δεν μπορείς να πουλήσεις δερμάτινα ή γούνα, τότε δεν ανήκεις στα είδη πολυτελείας.
Τελικά υπερίσχυσε το ένστικτο της Stella McCartney. Σχεδιάζοντας το «απαραίτητο» μπλουζάκι, το «απαραίτητο» τζιν, τα «απαραίτητα» γυαλιά ηλίου με την καρδιά από στρας, αισθησιακά και ρομαντικά ρούχα αλλά πάντα αντιδραστικά, στο χείλος του γκρεμού.
Πώς θα ήθελε να την θυμούνται; «Ως μια κουλ σχεδιάστρια αλλά δεν πεθαίνω κιόλας για αναγνώριση. Πάντα θα ζω με την ανασφάλεια του να είσαι το παιδί κάποιου διάσημου. Αυτομάτως σκέφτεσαι πως ότι έχεις καταφέρει μέχρι σήμερα οφείλεται σε αυτό, επειδή έτσι σκέφτονται όλοι οι άλλοι. Στο τέλος της ημέρας ξέρεις ότι αξίζεις, αλλιώς δεν θα είχες φτάσει ως εδώ. Βαρέθηκα να προσπαθώ να αποδείξω ότι αξίζω. Και τότε σκέφτομαι τι θα με συμβούλευε ο πιο αγαπημένος μου άνθρωπος στον κόσμο: «Απόλαυσε τη ζωή σου, όσο αναπνέεις ακόμη»».