«Platon's Greece». Ο τίτλος στο αφιέρωμα του περιοδικού New Yorker -για την ομώνυμη έκθεσή του που είχε φιλοξενηθεί χρόνια πριν στο Colette στο Παρίσι- ήταν ξεκάθαρος. Μόλις είδα τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Platon, oι οποίες, καλύπτουν μια εικοσάχρονη διαδρομή του στην Ελλάδα, κατάλαβα. Αυτή είναι η χώρα μας χωρίς ρετούς. Ο ελληνικής καταγωγής Platon, για όσους δεν τον γνωρίζουν, είναι μόνιμος συνεργάτης του New Yorker και γνωστός ως «ο φωτογράφος της εξουσίας», αφού έχει φωτογραφήσει από τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Μουαμάρ αλ Καντάφι μέχρι τον Βλαντιμίρ Πούτιν για το εξώφυλλο του περιοδικού Time και έχει συνεργαστεί με έντυπα όπως η Vogue, το Vanity Fair, το Rolling Stone και το GQ.
Οταν του πρότεινα να μιλήσουμε για την δική του Ελλάδα, ο ατζέντης του ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή πόσο λίγο χρόνο είχε στη διάθεση του αυτόν τον καιρό ο Platon. Έπειτα από δεκάδες emails και απανωτές αλλαγές ημερομηνίας και ώρας, καταφέραμε να μιλήσουμε τηλεφωνικά, από τη Νέα Υόρκη όπου βρισκόταν, στα αγγλικά· μόνο μια ελληνική λέξη ακούστηκε στη συνομιλία μας - «πανηγύρι»...
Γεννήθηκε στο Λονδίνο, το 1968, έζησε στην Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του '70 και είναι απόφοιτος των Saint Martin's School of Art και Royal College of Art. Ζει στη Νέα Υόρκη με την οικογένεια του. Ξεχώρισε για την διαφορετική ματιά του στα πορτρέτα και, εκτός από φωτογράφος, είναι περιζήτητος και ως ομιλητής στο Γέιλ, στο London School of Economics, στη National Portrait Gallery, στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός. Κι είναι αλήθεια πως από την συνομιλία μας κατάλαβα την αμεσότητα, την ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό. Σπάνια «χαρίσματα» για έναν καλλιτέχνη που συνήθως εκφράζεται αποκλειστικά μέσα από τη δουλειά του, δηλαδή βουβά.
Το πρότζεκτ «Platon's Greece» είναι αρκετά πιο προσωπικό σε σύγκριση με τις άλλες του δουλειές. Τον ρωτώ πόσο «δική του» είναι η Ελλάδα που μοιράζεται με το διεθνές κοινό. «Το πρώτο που πρέπει να πω είναι ότι πρόκειται για μια εξιδανικευμένη Ελλάδα», απαντά. «Η σημερινή Ελλάδα δεν είναι ούτε μοιάζει έτσι. Ολα ξεκίνησαν από την Πάρο, ένα νησί που γνωρίζω καλά - εκεί μεγάλωσα. Πολλούς από τους ανθρώπους που φωτογράφισα τους ήξερα από παιδί. Και αρκετοί ήταν πολύ ντροπαλοί μπροστά στον φακό, ακριβώς γιατί με ήξεραν. Εικόνες που σήμερα μοιάζουν να έχουν χαθεί.»
Αναρωτιέμαι ποια ήταν τα πρώτα «μοντέλα» στην καριέρα του. «Όταν ξεκινάς να φωτογραφίζεις, κάνεις την πρακτική σου με μέλη της οικογένειάς σου και ανθρώπους που ξέρεις. Μαθαίνεις την τέχνη πάνω τους. Οχι με αρχηγούς κρατών. Θυμάμαι ότι δανείστηκα μια Λάικα. Στη συγκεκριμένη έκθεση παρουσιάζω τις πρώτες φωτογραφίες μου από την Ελλάδα που ξέρω. Κι είναι σαν ένα παιδικό όνειρο για μένα - από τα παιδικά μου χρόνια. Κάθε φορά που επιστρέφω στην Ελλάδα συνειδητοποιώ ότι αυτό το όνειρο εξαφανίζεται. Αυτό είναι, όμως, το καλό με την φωτογραφία. Θεραπεύει την αμνησία της κοινωνίας. Υπενθυμίζει όλα όσα θέλουμε να ξεχάσουμε ή απλώς δεν βλέπουμε. Είναι ένας τρόπος να “παγώνουμε” την ιστορία στον χρόνο. Και πιστεύω ότι η Ελλάδα δεν έχει φωτογραφηθεί ποτέ με αυτόν τον τρόπο...»
Ο Platon μπορεί να ζει μακριά αλλά είναι φανερό ότι πονάει για την πατρίδα του. «Αν πρόκειται να μιλήσουμε για τα οικονομικά προβλήματα στην Ελλάδα, όλα ξεκίνησαν όταν οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι έφυγαν από τα νησιά για να πάνε στην Αθήνα. Βρήκαν, άραγε, εκεί όλα αυτά που τους είχαν υποσχεθεί; Το σημαντικό είναι να είσαι περήφανος για τον πολιτισμό και την καταγωγή σου και να εκτιμάς την κληρονομιά σου. Αυτό τουλάχιστον κάνω εγώ».
Το υλικό για την έκθεση ήταν έτοιμο πριν από χρόνια. Αλλά τότε -εξηγεί ο Platon- δεν θα είχε τον ίδιο αντίκτυπο που θα έχει σήμερα, αφού εκείνος δεν ήταν ακόμα τόσο γνωστός όσο σήμερα... «Τα τελευταία χρόνια η καριέρα μου άλλαξε. Υπέγραψα στο New Yorker το συμβόλαιο που είχε πριν από μένα ο Ρίτσαρντ Αβεντον. Εγινα γνωστός ως φωτογράφος της εξουσίας. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πλέον για ό,τι που κάνω. Παίζω με το σύστημα κι εγώ! Αλλά αυτοί είναι οι κανόνες της σόου μπίζνες».
Η επόμενη ερώτηση έχει να κάνει με το photoshop και τα όρια που θέτει ο ίδιος στη δουλειά του. Και φυσικά πόσο photoshop «σηκώνει» η Ελλάδα... «Η τεχνολογία είναι υπερτιμημένη. Οι άνθρωποι έχουν την τάση να εντυπωσιάζονται και να εξιτάρονται τόσο πολύ από τα εργαλεία ώστε συχνά να ξεχνούν το περιεχόμενο. Το πιο σημαντικό πράγμα είναι η ιστορία. Να την αφηγηθείς. Αν σου πω μια ιστορία, σημασία έχει η ουσία, αυτό πουλέω, όχι η γραμματική. Το ίδιο ισχύει και για το photoshop. Έχω περάσει τη μισή μου ζωή στο σκοτάδι. Το photoshop μου δίνει τη δυνατότητα να καταργήσω όρια, να πειραματιστώ με αντιθέσεις, υφές, αποχρώσεις – αλλά η ιστορία δεν αλλάζει. Ούτε οι άνθρωποι που φωτογραφίζω αλλάζουν. Το photoshop είναι σαν τη Νέα Υόρκη. Όλοι στη Νέα Υόρκη, τα πάντα στη Νέα Υόρκη, είναι ωραιοποιημένα, σαν κάποιος να τα έχει λειάνει. Όμορφοι άνθρωποι σε όμορφους δρόμους, σε όμορφα σπίτια. Η φωτογραφία είναι ένας τρόπος να υπάρχει ειλικρίνεια στην ανθρωπότητα. Στην πραγματικότητα η ζωή είναι δύσκολη, τα χέρια προδίδουν την ιστορία, η σκόνη, εκεί που δεν υπάρχει λακ. Η τεχνολογία σε βοηθάει να τονίσεις τις λεπτομέρειες».
O Platon μιλάει με ενθουσιασμό, δεν μπορείς να τον διακόψεις εύκολα. «Είμαι άνθρωπος της αφής και επηρεασμένος σε μεγάλο βαθμό από τα έργα του Βίνσεντ βαν Γκογκ. Μπορείς να δεις το μολύβι, να διακρίνεις το περίγραμμα. Σε μαύρο ή άσπρο. Υπάρχουν αυτά τα στοιχεία στην Ελλάδα που φωτογράφισα. Κυριαρχούν το μαύρο και το άσπρο. Ο ήλιος είναι τόσο δυνατός που είναι άσπρος. Οι γυναίκες φορούν μαύρα, το φόντο είναι άσπρο. Δεν υπάρχει ενδιάμεση απόχρωση. Δεν θα δεις γκρίζο χρώμα, γιατί δεν υπάρχει. Άσπρο, μαύρο, ζωή και θάνατος, ευτυχία και δυστυχία, χαρά και λύπη.»
Εικόνες και λέξεις, λέξεις και εικόνες. Πώς νιώθει σαν παραμυθάς φωτογράφος; «Η δουλειά των περισσότερων καλλιτεχνών μιλάει από μόνη της. Η αλήθεια είναι ότι ένα έργο δεν χρειάζεται καμία εξήγηση. Απλώς μπορείς να προσθέσεις μια άλλη προοπτική. Είχα μέντορες στην Πάρο. Ο θείος μου με μάγευε, μπορούσα να κάθομαι με τις ώρες μαζί του και να τον ακούω να μου μιλάει για τη ζωή, την απώλεια, την τέχνη της ζωής. Θυμάμαι όλα όσα μου έλεγε. Και παραμένω μαθητής της ζωής. Θέλω διαρκώς να μαθαίνω κάτι καινούργιο.»