Πράσινες, φυσικές, γεωμετρικές αντανακλάσεις. Ένα σπίτι και πρώην βενζινάδικο μαζί. Ένα άλογο πίσω από τα κάγκελα. Κολάζ από φύλλα. Μία σκάλα σε σχήμα σαλιγκαριού. Ένας ζωντανός κύλινδρος από σκαλοπάτια. Νύχτα σε κάποιο γήπεδο. Λεπτομέρειες από την κλειδαρότρυπα. Καμένες αναμνήσεις. Μπλε φως. Χαρτιά. Ερείπια. Ελπίδες. Σκιές. Ταράτσα με θέα σε νέον. Σήκωσε τα κόκκινα χαλιά. Μια αποβάθρα. Γαλάζιοι αντικατοπτρισμοί. Στο βάθος …κήπος. Εικόνες με θέα σε ένα ανθισμένο μπάνιο. Ενας κακοφωτισμένος, έρημος δρόμος. Ο πανοραμικός τοίχος ενός σπιτιού και καλώδια σαν αρτηρίες. Μια γέφυρα στο σκοτάδι. Τριάντα μεγάλα έργα. 30 στιγμές. 30 καρέ.
Τον Γιάννη Μπουρνιά τον γνώριζα μέχρι σήμερα από τα καθαρά still-life και τις ιστορίες που έστηνε κάθε τόσο στα περιοδικά, χωρίς επιτήδευση και στυλιζάρισμα, κυρίως με ακρίβεια και ειλικρίνεια. Και όταν φιλοξένησε τη δουλειά του στο Φεστιβάλ Αθηνών, δεν μπήκε ούτε για μια στιγμή στον πειρασμό να ενδώσει στο ρετούς ή την ψευδή εικόνα. Η έκθεση με τίτλο «Still (s)» στο γκαράζ του Χώρου Δ στην Πειραιώς 260, δεν έγινε απλώς για να αιχμαλωτίσει μια στιγμή, ούτε για να ακινητοποιήσει τον χρόνο.
Ο Γιάννης Μπουρνιάς θέλησε να ανατρέψει κάτι δεδομένο, δημιουργώντας την αίσθηση του χρόνου που ρέει. Όπως εξηγεί και ο ίδιος « το τελικό S είναι σε παρένθεση γιατί κάνω ένα παιχνίδι με τις λέξεις. Still(s) σημαίνει στιγμιότυπo, still σημαίνει και ήσυχος, ακίνητος… Μια ευθεία γραμμή γίνεται κύκλος, ένας τοίχος κινείται, ο διάδρομος στον επάνω όροφο αλλάζει χρώμα, και μια σκάλα βουτάει στο κενό», λέει. Στους κανόνες του παιχνιδιού, όπως τους θέτει ο καλλιτέχνης, η ανθρώπινη παρουσία υπονοείται. Ο Γιάννης Μπουρνιάς ξεκινά την αφήγηση του από την απουσία, εστιάζει τον φακό του στην ενέργεια που αφήνουμε στα αντικείμενα. Αντικείμενα «καθημερινής χρήσης». Πρωταγωνιστούν η σιωπή και η αφαίρεση. Η πραγματικότητα, ο ρεαλισμός και η φαντασία. Φως και σκιά. Ονειρικές αντιφάσεις και αναιρέσεις. Η αστική αρχιτεκτονική, η τάξη και η «α-ταξία». Κυρίως η μυστική γλώσσα των πραγμάτων. Σαν στιγμιότυπα από φιλμ. Μαζί με αμοντάριστα πλάνα.
«Σκηνοθέτης» ένας φωτογράφος που δεν προκαλεί τα φώτα, τα στήνει και τα σβήνει όταν τον κουράζουν. Κάπως έτσι ξεκίνησε και η συνέντευξη μας… Αναρωτιέμαι τι σχέση μπορεί να έχει η φωτογραφία με το θέατρο, τη μουσική και ποιο είναι το κοινό της στην Ελλάδα. «Εκ πρώτης όψεως η φωτογραφία δεν έχει καμία σχέση με το θέατρο ή τη μουσική. Είναι μια σημαντική μορφή έκφρασης και επικοινωνίας. Δυστυχώς το κοινό στην Ελλάδα είναι ακόμα μικρό και σε μεγάλο ποσοστό συντηρητικό, με προτίμηση στην παραδοσιακή, ασπρόμαυρη φωτογραφία. Δεν κατηγορώ τους λάτρεις της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, φοβάμαι όμως ότι τα ασπρόμαυρα αριστουργήματα έχουν παρέλθει και αν μη τι άλλο δεν έχουν γίνει από Έλληνες φωτογράφους –πλην ελαχίστων σημαντικών εξαιρέσεων. Στην Ελλάδα επικρατούσε μέχρι πρότινος η αντίληψη ότι η φωτογραφία είναι μεταπρατική τέχνη. Ευτυχώς αυτό αρχίζει σιγά σιγά και αλλάζει».
Τι κοινό μπορεί να έχει όμως η φωτογράφηση για ένα περιοδικό και το στήσιμο μιας έκθεσης… «Τα περιοδικά και η τέχνη δεν είναι συγκρίσιμα μεγέθη. Το ένα δεν έχει καμία σχέση με το άλλο. Επίσης το ένα δεν συμπληρώνει το άλλο. Πολλές φορές η μόδα επηρεάζεται από την τέχνη αλλά το αντίθετο δεν γίνεται ποτέ.»
Υπάρχει σενάριο πίσω από τις φωτογραφίες του Still(s); Ενας αόρατος συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις εικόνες; «΄Οχι δεν υπάρχει σενάριο. Υπάρχει αφήγηση αλλά χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Ο θεατής καλείται να δημιουργήσει το δικό του σενάριο. Οι φωτογραφίες θυμίζουν κινηματογραφικά καρέ γιατί λατρεύω τον κινηματογράφο. έχω επηρεαστεί από αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Ο τρόπος να κοιτάς τα αντικείμενα δημιουργώντας ιστορίες με αυτά είναι και το μόνο κοινό που έχουν οι φωτογραφίες μου μεταξύ τους. Είναι η ίδια ατμόσφαιρα που τα συνδέει. Τίποτε άλλο. »
Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τον χώρο (και τον χρόνο) στις εικόνες που έχει δημιουργήσει ο Γιάννης Μπουρνιάς. «Δεν ήθελα οι φωτογραφίες μου να έχουν χώρο και χρόνο. Ποτέ δεν με ενδιέφερε. Πιστεύω πως όταν κάτι είναι χρονικά και τοπικά προσδιορισμένο χάνει ένα μεγάλο μέρος της γοητείας του και κινδυνεύει να γίνει απλή αναπαράσταση, δηλαδή μεταπρατική τέχνη».
Ο Γιάννης Μπουρνιάς φωτογράφησε κυρίως στην Αθήνα και λίγο στο Λονδίνο. Χωρίς τρελή επεξεργασία μετά. «Οι φωτογραφίες μου δεν είναι καθόλου ρετουσαρισμένες. Γεννήθηκαν – τραβήχτηκαν -αν θέλετε- σε «στιγμές φωτός», γιατί αυτό που κυνηγάω είναι το φως. Πρόκειται για «προϊόντα» παρορμητικά και τυχαία. Αντίθετα με την εμπορική φωτογραφία που απαιτεί άλλες εφαρμογές και το ρετούς εκεί είναι πολύ συχνά απαραίτητο, αλλά χρειάζεται μέτρο.»