Το ραντεβού στο αίθριο του Μουσείου Μπενάκη της οδού Πειραιώς ήταν προγραμματισμένο για το μεσημέρι του Σαββάτου. Μετά από ένα γρήγορο πράσινο τσάι, με φόντο τη γλυπτική εγκατάσταση Προμαχώνες, έβαλα το κινητό στο αθόρυβο, και ξέχασα τον χρόνο. Depression Era, ο τίτλος της έκθεσης, μια κολεκτίβα που μπορεί τη μέρα των εγκαινίων να συγκέντρωσε 1500 άτομα, τώρα όμως ήταν η ευκαιρία να δούμε φωτογραφίες, βίντεο, κείμενα, έργα, βιογραφικά καλλιτεχνών, το αστικό και κοινωνικό τοπίο της κρίσης, ένα μωσαϊκό αφηγήσεων και νοημάτων, με ησυχία, καθαρό μυαλό και συγκέντρωση και αφηγητή-ξεναγό, τον Δημήτρη Τσουμπλέκα.
Τι θα θυμάμαι; Το χιούμορ μέσα στην κρίση. Γλυκόπικρα συναισθήματα. Το δάκρυ στα μάτια μου όταν άκουσα την ιστορία της γυναίκας που μεγαλώνει το παιδί της στην Ελλάδα, συλλέγοντας άχρηστα χαρτάκια στα γραφεία μεταναστών. Τις οικογένειες που ξαναβρέθηκαν στο ίδιο σπίτι, τρεις γενιές ή και παραπάνω, γιατί δεν γινόταν διααφορετικά. Τον πατέρα που επικοινωνεί με σημειώματα μετά το εγκεφαλικό. Την φωτογράφο που ένιωσε εγκλωβισμένη στο σπίτι και παρακολουθεί τις ζωές των άλλων μέσα από τα παράθυρα του σπιτιού της, για να σκηνοθετήσει ένα διαφορετικό βίντεο, με παράθυρα στην απέναντι πολυκατοικία, και φράσεις-κλειδιά, σαν ταινία βωβού κινηματογράφου.
Είδα την Αθήνα ανάποδα. Σε μια πανοραμική εικόνα. Μου άρεσε περισσότερο έτσι. Είδα και την Αθήνα χωρίς Αθηναίους, σε ένα βίντεο, σαν μίνι σινεμά, με ήχους πόλης, περιστέρια-μόνιμους κατοίκους επιγραφών, κούκλες βιτρίνας, μια γάτα στη γωνία, καυστικά σχόλια χωρίς διδακτισμό. Έναν πιτσιρικά χωρίς τα μπροστινά δόντια να απαγγέλει με στόμφο ηθοποιού σε οντισιόν, σε περίοδο εκλογών, στο βίντεο Οn Death. Ένα στέλεχος χάι-τεκ εταιρίας που απολύει και απολύεται. Δημόσια κτίρια, αναγνωρίσιμα και αυστηρά, με λεπτομέρειες σε μεγέθυνση. Στην επιστροφή, και μετά το τέλος της ξενάγησης, παίξαμε το παιχνίδι, βρες τη λεπτομέρεια στη μεγάλη εικόνα.
Γέλασα (και έκλαψα από μέσα μου) με τις γυαλιστερές φωτογραφίες από την εποχή του Symbol, με τις κοσμικές εμφανίσεις, τους μασκέ χορούς στο Ekali Club, το ζεύγος Μητσοτάκη με βενετσιάνικες μάσκες, τον Θεόδωρο Πάγκαλο με τη συνοδό του στο Ηρώδειο, τον Χρήστο Παπουτσή και τον Χρήστο Σαρτζετάκη με ψάθινα καπέλα (και γυαλιστερά καλτσάκια ο δεύτερος), έναν χορό μεταμφιεσμένων που τότε έμοιαζε απόλυτα φυσιολογικός.
Θα θυμάμαι το βίντεο-βιβλίο με την ηλεκτρονική ανάγνωση και την αποκρυπτογράφηση των λέξεων. Δύο ελέφαντες, ένα ποίημα σε μορφή j.peg. Τις δύο δυναμικές γυναίκες με τα λευκά μαλλιά να περπατούν με τις παντόφλες και τα φορέματα-ρόμπες, αγέρωχες, στην οδό Αχαρνών. Τη Νέα Ελβετία. Τα κοντινά πορτρέτα των ΜΑΤ. Τα κολλαριστά πουκάμισα του Adam από το Σουδάν. Τα ερείπια-σπίτια υπερπαραγωγές-τις οικοδομές σε εξέλιξη σαν επίδειξη νεοπλουτισμού στη μέση του πουθενά. Τις φωτογραφίες από τα μπουζούκια, τα πορτρέτα που πετιούνται όταν δεν αγοράζονται, σε ένα πρωτότυπο κολάζ-συνύπαρξη προσώπων που δεν έχουν συναντηθεί ποτέ στη ζωή τους, παρά μόνο σε δίπτυχα χωρίς μουσική υπόκρουση και λουλουδοπόλεμο.
Μια αθλήτρια στον αέρα στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τίτλος; Εclipse. Την αυτοπροσωπογραφία του φωτογράφου στην πλαστική καρέκλα, με την αθλητική φανέλα, το σορτσάκι, τη σαγιονάρα, τα πόμολα, το σύγχρονο πορτρέτο του σύγχρονου Έλληνα. Το Τέξας του αποχαιρετισμού και του πένθους.
Τους εύστοχους τίτλους δίπλα από τα έργα. Στα ελληνικά και τα αγγλικά. Δεν έβγαλα καμία φωτογραφία. Δεν το επιχείρησα καν. Προτίμησα να συγκρατήσω όλες τις εικόνες στο μυαλό μου. Depression Era. Στην εποχή της ύφεσης. Μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2015. Μια έκθεση που χρειάστηκε 3 χρόνια για να ετοιμαστεί, 36 καλλιτέχνες, ερευνητές, συγγραφείς, αρχιτέκτονες, δημοσιογράφους, θεωρητικούς, 250 φωτογραφίες, βίντεο, κείμενα. I had a dream. Και μετά ξύπνησα.