Σήμερα η γιαγιά μου, η μαμά του μπαμπά μου, η γιαγιά Δήμητρα, με τα λευκά μαλλιά σαν βαμβάκι, τα μαύρα μάτια και την καλοσύνη στα χέρια και στο άγγιγμα, γίνεται 101 χρονών. Δεν θα είμαι κοντά της αλλά νιώθω σα να είμαι ήδη στην αγκαλιά της. Θα μαζευτούν πολλοί φίλοι στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη για να της τραγουδήσουν και να την βοηθήσουν να σβήσουν τα 101 κεράκια. Όχι ότι χρειάζεται βοήθεια. Ζει μόνη, (τη νύχτα μόνο χρειάζεται συντροφιά), είναι αυτάρκης, μαγειρεύει, θυμάται τα πάντα, χαίρεται να μοιράζεται ιστορίες από τη ζωή με τον Βαγγέλη, τον λατρεμένο της σύντροφο, τους δυο γιους της με τα κοντά παντελόνια που την κοιτάνε και λιώνουν, την ημέρα που κλέφτηκε με τον αγαπημένο της γιατί ο αυστηρός πατέρας της δεν τον θεωρούσε αντάξιο της, τις ημέρες (και νύχτες) του πολέμου, τα διαφορετικά σπίτια, τις βόλτες στην παραλία... Μια γυναίκα δυναμική, ανεξάρτητη, διακριτική, ευαίσθητη, μια γυναίκα σοφή. A και κάνει το ωραιότερο μασάζ στην πλάτη, ζεστή, αχνιστή τυρόπιτα: απλώνει το ζυμάρι, τοποθετεί το τυρί, ξαναβάζει φύλλο και τυρί, και μετά κόβει μικρά κομμάτια και την τοποθετεί στον ...φούρνο. Το πιο υπέροχο, αυθεντικό, τρυφερό μασάζ της παιδικής και εφηβικής μου ηλικίας... Όταν ήμουνα μικρή και φοβόμουνα τις βροντές και τις αστραπές, η γιαγιά Δήμητρα με ηρεμούσε πάντα... «Μην φοβάσαι. Ο Θεός αλλάζει θέση και τακτοποιεί τα έπιπλα του». Είναι τότε που με έλεγε «αρνάκι μου». Και πώς με φωνάζει σήμερα; «Σαντούλα, εσύ;» Όταν ρωτάει στο τηλέφωνο ποια είμαι ή μου μιλάει βιαστικά, δεν είναι γιατί δεν με έχει καταλάβει. Ούτε επειδή δεν θυμάται. Είναι ο τρόπος της να μου πει πως έχω μέρες να της τηλεφωνήσω...