Ο Διαμαντής Αϊδίνης δεν συνηθίζει να επαναλαμβάνεται. Κάθε καινούργια έκθεση έχει μια καινούργια ιστορία να αφηγηθεί, με άλλα μέσα κάθε φορά, άλλα υλικά, άλλες φόρμες. Είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους καλλιτέχνες της γενιάς του. Στη δεκαετία του '80 αναμείχθηκε με το κίνημα της Transavantguardia στην Ιταλία και συνεργάστηκε με ιταλικά περιοδικά όπως το Frigidaire και το Nuova Ecologia. Στην Ελλάδα συνεργάστηκε με τη Βαβέλ, το Κλικ και το Τέταρτο, βάζοντας παράλληλα την υπογραφή του σε εικονογραφήσεις βιβλίων, αφίσες και εξώφυλλα δίσκων. Το 1979 έστησε την πρώτη του ατομική έκθεση στη Ρώμη. Με αφετηρία τη Διαμαντούπολη στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη, μια ολόκληρη φανταστική πόλη, τον φανταζόμαστε να χτίζει και να γκρεμίζει, ξανά και ξανά. «Pupo per Οddo», ο τίτλος της τρισδιάστατης, «χειροποίητης» έκθεσης. Ευκαιρία να μιλήσουμε για μια φανταστική και μια πραγματική πόλη, κόντρα στη μαζική κουλτούρα και τη σοβαροφάνεια. Με διανομή ρόλων για όσους προτιμούν τον ρόλο του Σούπερμαν από «το να περπατούν με γαλότσες και να σκοτώνουν μυρμηγκάκια»...
- Πώς προέκυψε ο τίτλος της έκθεσης «Pupo per Οddo»;
- Είναι ένα μυστήριο αυτό, σαν ένα κλείσιμο ματιού, ένας φόρος τιμής στον πεθερό μου, ο οποίος υπήρξε μεγάλος μοντελιστής στην Ιταλία. Θυμάμαι όταν έμπαινα στο δωμάτιό του, έβλεπα έναν άνθρωπο 85 χρόνων να κυλιέται στο χαλί και να παίζει με τρενάκια... Υπήρξε πολύ καλός σχεδιαστής, και είναι κάτι που κράτησα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου. Ήμουν νιόπαντρος, δεν είχα και την καλύτερη σχέση με τον πεθερό μου... Αργότερα όταν είδα τα δικά μου, μεγάλωσα, ένιωσα μεγάλη συγκίνηση, βρήκα αρχεία, τη διπλωματική του που είχε κάνει στην Αυστρία, κατάλαβα ότι του χρωστάω κάτι. Εκτός από το ότι έχω παντρευτεί την κόρη του...
- Γιατί μια φανταστική πόλη και μάλιστα τρισδιάστατη;
- Ήθελα να βγάλω την εκτίμησή μου γι' αυτόν πολύ σιωπηλά. Η ανδρική παιδικότητα είναι κάτι που ενοχλεί φοβερά τις γυναίκες. Οσο ο άνδρας μεγαλώνει, δεν χάνει την παιδικότητά του. Ξέρω ότι οι γυναίκες δεν τα γουστάρουν τα παιδιαρίσματα, όμως αυτό παραμένει ένα πολύ γοητευτικό στοιχείο για τον άνδρα.
- Αυτό σημαίνει ότι θα μοιάζει με Διαμαντούπολη;
- Το σκέφτηκα και σαν τίτλο, αλλά μου φάνηκε λίγο παιδική χαρά. Ήθελα να φτιάξω μια πόλη με δικές μου κλίμακες που μπορεί να είναι και ανώμαλες. Δεν με απασχόλησε η προοπτική. Στο παρελθόν έχω φτιάξει πολλές πόλεις, ξεκίνησα ζωγραφίζοντας πόλεις, η πόλη για μένα έχει τρομερή γοητεία.
- Πώς μοιάζει η πόλη της φαντασίας σας, ποιοι είναι οι κάτοικοί της, σε τι διαφέρει από μια πραγματική, σύγχρονη ή φουτουριστική πόλη;
- Η πόλη που έφτιαξα έχει γίνει με πρωτογενή, βαριά υλικά, έχω αποφύγει διά ροπάλου το readymade, που παλιότερα με απασχολούσε. Ήθελα να κουραστώ. Για κάποιο μυστήριο λόγο ήθελα να κουραστώ πολύ. Να μην κοροϊδέψω το μάτι. Να είναι αυτό. Να το χτυπάς και να κάνει «ντονκ».
- Από πότε ξεκινήσατε να δουλεύετε το συγκεκριμένο θέμα και πότε νιώσατε έτοιμος να το μοιραστείτε και με άλλους;
- Από την αρχή που ζωγράφιζα πόλεις με απασχολεί το θέμα πόλη. Πριν από πολύ καιρό, είχα προγραμματίσει έκθεση με τη Δάφνη Ζουμπουλάκη, με θέμα την πόλη, αλλά ζωγραφιές. Κάθε έκθεση θέλω να είναι τελείως διαφορετική από την προηγούμενη. Δεν μου αρέσουν τα μαγαζάκια. Με τους γκαλερίστες μόλις στήνουμε κάτι και κάτι γίνεται αναγνωρίσιμο, αυτομάτως πρέπει να αλλάξει. Μόλις η γκαλερί Ζουμπουλάκη άρχισε να πουλάει κάκτους, εγώ σταμάτησα να τους φτιάχνω. Είχα σκεφτεί να γυρίσω στην πόλη με ζωγραφική, την ακύρωσα την έκθεση, περιμέναμε έναν χρόνο και τώρα θα την δείτε και θα απογοητευτείτε.
- Η πόλη είναι φτιαγμένη με πρωτογενή υλικά, σίδηρο και μπρούντζο, υλικά που ξέρετε να χειρίζεστε καλά... Γιατί όχι κρύσταλλα, αλουμίνιο και... ντεκ;
- Δεν ήθελα αυτή τη φορά να είμαι πονηρός. Θέλω να ασχοληθώ με πράγματα που έχω ευχέρεια και ξέρω εκ των προτέρων τι θα βγει. Είναι γοητευτικό, αλλά γίνεσαι λίγο σερίφης του εαυτού σου. Είχα σκεφτεί να βρω φίλους αρχιτέκτονες να μου σχεδιάσουν το κτίριο της ζωής τους, κάποιο που δεν βρέθηκε ποτέ ένας φορέας, κάποιος να το στηρίξει, νοσοκομείο, μουσείο, γήπεδο και να τους το φτιάξω εγώ. Να βρω 10 καλά παιδιά και φίλους και να δημιουργήσω εγώ την τελική μακέτα με τα υλικά που θέλουν. Αλλά μετά σκέφτηκα ότι θα γίνω παιδονόμος. Πιθανόν όμως να το κάνω αργότερα γιατί το βρίσκω ψυχαναλυτικά πολύ ωραία σαν ιδέα. Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τη μεριά του δημιουργού και όχι του εργάτη. Και ο καλός εργάτης έχει πολλά να πει.
- Τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στο κέντρο της Αθήνας; Ή μάλλον τι θα θέλατε να αλλάξει και τι θα προτιμούσατε να παραμείνει το ίδιο;
- Πολλά πράγματα θα ήθελα να αλλάξουν. Μια πόλη είναι ένας οργανισμός και διαμορφώνεται από μέσα. Δεν με ενοχλεί τόσο η Αθήνα, όσο οι άνθρωποί της. Άνθρωποι συχνά ανάγωγοι που καταστρέφουν την Αθήνα που τόσο πολύ αγαπάμε. Εκείνο που πιστεύω ότι έχει αλλάξει με την εισροή των ξένων, είναι ότι η ιστορία γίνεται πιο κοσμοπολίτικη. Όλοι αυτοί οι ξένοι όταν θα ενσωματωθούν, όταν θα έρθει και μια δεύτερη γενιά, θα φτιάξουν τα πράγματα.
- Σαν παιδί που μεγάλωσε στην πόλη, πώς και παραμένετε ακόμη εδώ;
- Αγαπώ την Αθήνα, τη σέβομαι την πόλη, αν δεν μυρίσω φωταγωγό, εξάτμιση, βενζινάδικο, κάτι παθαίνω... Επειδή είμαι και μοναχικός σαν άνθρωπος, μπορώ και κρύβομαι. Η πόλη σε κάνει αόρατο. Και ασκείς εξουσία. Είσαι σούπερμαν. Στην εξοχή τι θα κάνεις; Περπατάς με τη γαλότσα και σκοτώνεις μυρμηγκάκια. Μόνο καταστροφή μπορείς να προκαλέσεις...
- Αν γινόσασταν ο επιμελητής της έκθεσής σας;
- Ένας καλλιτέχνης που δουλεύει μόνος του, ουσιαστικά είναι και επιμελητής. Είμαι άνθρωπος που ακούω. Από την κόρη μου μέχρι τη γυναίκα που καθαρίζει το σπίτι και τον σούπερ ντούπερ τεχνοκριτικό... Με ενδιαφέρει η γνώμη του πιο απλού παρατηρητή. Και όλων αυτών των ανθρώπων, με αυτή τη λαϊκότητα, που ξαφνικά τους βγαίνει κάτι μεγαλοφυές. Εμείς οι καλλιτέχνες όσο και να το κυνηγάμε, δεν μπορεί να μας βγει.
- Με τι δεν θα θέλατε να ασχολείστε στην προετοιμασία μιας έκθεσης;
- Αν σας έλεγα ότι δεν θέλω να μιλάω σε δημοσιογράφους... Είμαι πολύ κουρασμένος με την προετοιμασία, γίνομαι μισάνθρωπος, φοβερά μοναχικός, έχω φοβερό στρες και ψυχοσωματικά, μετά από κάθε έκθεση έχω και ένα σημάδι στο σώμα... Από τους κάκτους, έχω μια ουλή ακόμη στο πρόσωπο. Μόλις τελειώνει μια έκθεση, με πιάνει μεγάλη νοσταλγία. Όταν κάνω ένα έργο την βρίσκω. Οι καλλιτέχνες είμαστε λίγο «βαράτε με κι ας κλαίω». Είναι ακριβώς όπως σε μια σχέση, που ξέρεις ότι δεν πάει καλά, έχεις μοχθήσει γι' αυτήν, σε έχει κουράσει και όταν την χάνεις, πονάς πάρα πολύ.