Όλα ξεκίνησαν όταν πήγαμε για πρώτη φορά με τα παιδιά στο Wagamama στο Golden Hall. Εγώ είχα ξαναφάει σε ταξίδια, σαν τουρίστας, πάντα με chopsticks και λαιμαργία, για τα παιδιά ήταν πρωτόγνωρη εμπειρία. Παιδικά chopsticks, συναρμολόγησε τα μόνος σου, βιβλιαράκι με ζωγραφιές και σπαζοκεφαλιές, με συνοδευτικά κραγιόνια για την αναμονή, και μετά γαρίδες τηγανητές, chicken katsu curry, σαν nuggets με υπέροχο ρύζι και αγγούρι που λατρεύουν όλα τα παιδιά, φασολάκια edamame αντί για chips, σούπα με λαχανικά και κοτόπουλο... Και κάπως έτσι κολλήσαμε. Και το Wagamama μπήκε στη ζωή μας.
Με τα χρόνια, καταλάβαμε τη φιλοσοφία. Την τελετουργία. Η καθεμία έχει βρει το πιάτο της και δεν το αλλάζει, (με extra sauce curry για μένα), πηγαίνουμε με φίλους και τους προτείνουμε κάτι από τον κατάλογο που δεν έχουν ανακαλύψει ακόμη, αλλά και οικογενειακώς, σε γιορτές και γενέθλια, μάθαμε τους ανθρώπους που δουλεύουν εκεί, πάντα με το χαμόγελο και τα σκονάκια-ορνιθοσκαλίσματα στο καλαίσθητο σουπλά, και από τη μέρα που προστέθηκε και sushi, η διάθεση για πειραματισμό, με όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου, sashimi σολωμού, ρολλάκια σολωμού με wasabi και rainbow rolls, είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Ο ενθουσιασμός ήταν πιο μεγάλος όταν μάθαμε ότι άνοιξε Wagamama, στην Κηφισιά (Κασσαβέτη 3), δίπλα στον Βάρσο. Έτσι βρέθηκα, ένα βράδυ μέσα στον Δεκέμβρη, με χιόνι, πολύ χιόνι, μαζί με φίλες, να αλλάζουμε ρεπερτόριο και συνήθειες. Είδαμε γνωστούς και άλλους φίλους, εξίσου τολμηρούς, αν σκεφτεί κανείς πόσο χιόνι έριχνε εκείνη τη νύχτα, για να χαρούμε όλοι μαζί που (ειδικά) αυτή την εποχή, ανοίγουν μέρη που μας ταξιδεύουν. Ιαπωνία, Ινδία, Κίνα, Ταϋλάνδη...
Και αλλού. Καθήσαμε στο ισόγειο, αν και υπάρχει και πάνω, περισσότερο ...curry και σόγια. They roll fresh every day, λένε. Και είναι αλήθεια. Το καταλαβαίνεις στο φύκι που παραμένει τραγανό, το ρύζι που είναι πάντα σωστά βρασμένο, το maki που στέκεται αριστοτεχνικά στο πιάτο, σαν τουβλάκια legos. Κάπου ανάμεσα στο sake, στα καυτά noodles και στο sushi platter, θυμηθήκαμε ιστορίες από το σχολείο, γελάσαμε, είδαμε τα πιάτα μας να αδειάζουν και να ξαναγεμίζουν, το χιόνι να δημιουργεί το ιδανικό χριστουγεννιάτικο σκηνικό, την Κηφισιά να μεταμορφώνεται σε παραμυθένιο παγοδρόμιο. Όχι εγώ δεν ήπια sake. Έπινα πράσινο τσάι. Φεύγοντας, με τα ψηλά τακούνια να πατινάρουν στον πάγο, και την ομπρέλα να γυρίζει ανάποδα, πηγαίνοντας προς το αυτοκίνητο με το λευκό, παπλωματένιο περίβλημα, θυμήθηκα πόσο λίγα μέρη υπάρχουν στην Αθήνα, που να συνδυάζουν φρέσκα υλικά, wok, ποιότητα, ξύλινες κουτάλες για τη σούπα, ευγένεια, τζίντζερ και...προσγειωμένες τιμές. Οι κόρες μου τώρα με ρωτούν ξανά και ξανά. «Μαμά, πότε θα πάμε στο καινούργιο Waga;» Θέλουν να δουν (κι εκείνες) μια άσπρη μέρα. Με ουράνιο τόξο.